ΑΣΕ ΜΑΣ, ΡΕ, ΠΑΠΠΟΥ ΜΕ ΤΟ ΠΑΡΑΜΥΘΙ ΣΟΥ

 

Θα σας πω μια ωραία ιστορία. Κάποτε ήμουν ποδοσφαιριστής. Έπαιζα σέντερ μπακ και λέγανε ότι ήμουνα καλός. Μάλιστα, κάποια στιγμή, με ήθελε η Λάτσιο. Μεγάλη ιταλική ομάδα της εποχής.

Τελικά πήγα για δυο φεγγάρια στη Σιένα και επέστρεψα στη Ρουμανία. Το πώς και το γιατί δεν έχει σημασία. Στα 29 μου κατέληξα σε μια μικρή πόλη της Βουλγαρίας, 100 χιλιόμετρα από το Βουκουρέστι. Έπαιξα σε μια ομάδα ονόματι Λουντογκόρετς. Εκεί, λοιπόν, έζησα τη μεγαλύτερη βραδυά μου. Παίζαμε στα πλαίη οφ του τσάμπιονς ληγκ με την Στεάουα. Ήμουν πάντα αντίπαλός της. Φόραγα μια επταετία της φανέλλα της Ντυναμό Βουκουρεστίου. Έμαθα να μισώ την Στέαουα.

Στο θέμα μας. Το ματς Λουντογόρετς- Στεάουα πήγε στην παράτα. Στο 118 ο διαιτητής αποβάλει τον τερματοφύλακά μας. Είχαμε κάνει και τις τρεις αλλαγές. Αναγκάστηκα να φορέσω τη φανέλλα του και να παίξω στη θέση του. Έκανα μια μεγάλη απόκρουση και το ματς πήγε στα πέναλτυ. Εκεί έπιασα δύο και η ομάδα μου προκρίθηκε για πρώτη φορά στους ομίλους του τσάμπιονς ληγκ! Ήμουν καλός σέντερ μπακ, όμως τη μεγαλύτερη νύχτα της καριέρας μου την έζησα σαν τερματοφύλακας.

Ασε, ρε, παππού με το παραμύθι σου...

Διαβάστε ακόμα:

Μάνα, γιατί με γέννησες ΑΕΚτζή κι όχι γάβρο