ΤΑ ΜΑΤΟΚΛΑΔΑ ΣΟΥ ΛΑΜΠΟΥΝ

 

Έχει πεθάνει από το 1972 ο Μάρκος Βαμβακάρης αλλά μ' αυτόν τον λαϊκό μουσικό, μ' αυτόν τον κουβαλητή του ρεμπέτικου τραγουδιού, ακόμα δεν έχουμε τελειώσει. Βέβαια, κάποιοι δεν έχουν καν αρχίσει, διότι δεν γνωρίζουν τους πολύτιμους λίθους που ξεπετάχτηκαν από το ορυχείο του ελληνισμού του 20ου αιώνα. Μιλάω για άτομα, κάποιους Έλληνες, που επηρέασαν αποφασιστικά, φανερά, κρυφά, ύπουλα, την πολιτιστική μας ταυτότητα.

Ένας ασπούδαστος από φτωχή οικογένεια, που πιτσιρίκι έκανε τον λούστρο στη Σύρο, τον εφημεριδοπώλη, τον εργάτη κλωστοϋφαντουργείου, και μετά στον Πειραιά τον λιμενεργάτη και τον εκδορέα στα σφαγεία του Ταύρου, έγραψε έναν “εθνικό ύμνο”, την Φραγκοσυριανή.

Θέλει μελέτη η μουσική δουλειά του Μάρκου Βαμβακάρη. Από μουσικολόγους κι όχι μόνον, να ερευνηθεί τι και πώς βγήκαν από τη σκέψη του τα τραγούδια που έγραψε.Τριάντα χρονώ έχει επιστρέψει στην ιδιαίτερη πατρίδα του, την Σύρο, αφού στην Αθήνα είχε αρχίσει να παίζει μπουζούκι σε κέντρα. Είναι στο πάλκο κι ανάμεσα στους πελάτες του κέντρου με τη γωνία του ματιού κρυφομπανίζει ένα κορίτσι με μαύρα μάτια. Στο σπίτι του όλη τη νύχτα σκεπτόταν την άγνωστη και του βγήκε το αριστούργημα

Μία φούντωση, μια φλόγα
Έχω μέσα στην καρδιά
Λες και μάγια μου 'χεις κάνει,
Φραγκοσυριανή γλυκειά.

Γεννήθηκε 10 Μαϊου το 1905, στο νησί, και όπως πολλοί Συριανοί ήταν καθολικός. Ανάμεσα στα άλλα γνώρισε τον αφορισμό από την καθολική εκκλησία επειδή παντρεύτηκε δεύτερη φορά. Η πρώτη του γυναίκα τον απατούσε με τον κουμπάρο τους. Και για να μην της δίνει λεφτά, έγραφε τα τραγούδια μ' άλλο όνομα. Με την δεύτερη γυναίκα του έκανε πέντε παιδιά, τα δύο πέθαναν, από τα τρία αγόρια οι δύο έγιναν μουσικοί. Πέθανε φτωχός σα σήμερα 8 Φεβρουαρίου, το 1972, και χρειάστηκε να πάρουν δάνειο για την κηδεία του.
Τα Ματόκλαδά σου Λάμπουν. Όλοι οι Ρεμπέτες του Ντουνιά. Αλεξανδρινή Φελάχα. Την Φραγκοσυριανή την “ανέβασε” το 1960 η φωνή του Γρηγόρη Μπιθικώτση, ο οποίος είπε και το Αντιλαλούν οι Φυλακές.

Διαβάστε ακόμα:

Οσο δουλεύει ακόμα το μυαλό στα 99