ΠΟΥΛΑΚΙ ΤΗΣ ΦΤΩΧΕΙΑΣ ΑΥΛΗΣ

 

Είδε τη φωτογραφία της μάνας γονατιστή πάνω στο νεκρό κορμί του γιου της, στα γεγονότα της Θεσσαλονίκης, Μάιος του 1936, κι έγραψε το ''Μοιρολόι'', είναι στη συλλογή ''Επιτάφιος''. Πήρε το γραφτό του ποιητή Γιάννη Ρίτσου ο μέγας Μίκης Θεοδωράκης, ο τιτάνας της μουσικής, και στο στίχο έδωσε σάρκα, αίμα, ζωή αθάνατη.

Γιε μου, σπλάχνο των σπλάχνων μου, καρδούλα της καρδιάς μου
πουλάκι της φτωχειάς αυλής, ανθέ της γειτονιάς μου.
Πώς κλείσαν τα ματάκια σου και δεν θωρείς που κλαίω
και δεν σαλεύεις, δε γροικάς τα που πικρά σου λέω.

Το έγραψε 10 Μαϊου το 1936, “αφιερωμένο στους ηρωικούς εργάτες της Θεσσαλονίκης” ο μέχρι θάνατο κομουνιστής Γιάννης Ρίτσος, που γεννήθηκε σα σήμερα, πρώτη Μαϊου, το 1909 στη Μονεμβασιά. Δεν του δόθηκε το Νόμπελ, ήταν υποψήφιος το 1968, όπως το πήρε ο Σεφέρης και ο Ελύτης, διότι ο αριστερός Ρίτσος θεωρήθηκε “στρατευμένος” ποιητής. Μετά από εννέα χρόνια πήρε το Βραβείο Λένιν, η αντινομπελίστικη σοβιετική διάκριση για τους “στρατευμένους”.

Ήθελε να γίνει ηθοποιός, έπαιξε και στο θέατρο ο Ρίτσος. Είχε γεννηθεί ποιητής, όμως. Μεγάλος και παραγωγικότατος. Και λόγω της πολιτικής του στάσης, πέραν από τις προσωπικές απώλειες στην οικογένειά του, γνώρισε την κρατική βία, με διώξεις και εξορίες, όπως κάθε συνεπής αριστερός.

Κάτι προσωπικό. Δεν έχω ακούσει πιο καθαρά, πιο κρυστάλλινα νεοελληνικά σαν κι αυτά από το στόμα του Γιάννη Ρίτσου, ήταν σε μια συναυλία τραγουδιών του Μίκη Θεοδωράκη. Πέθανε το 1990.

Διαβάστε ακόμα:

ΤΑ ΜΥΣΤΙΚΑ ΣΤΟΝ ΒΑΛΤΟ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ ΤΗΣ