ΕΡΩΤΕΣ ΣΕ ΠΡΩΤΗ ΖΗΤΗΣΗ ΜΕ ΑΡΣΕΝΙΚΟΥΣ ΑΝΤΙΣΤΑΣΙΑΚΟΥΣ...

 
Έρωτες στη Μεταπολίτευση. Ο τίτλος του πολιτικού βιβλίου που μοιάζει και διαβάζεται σαν ερωτικό μυθιστόρημα. Είναι το τελευταίο πόνημα, που μόλις κυκλοφόρησε, του συγγραφέα Διονύση Χαριτόπουλου. Δίνω μια πρώτη γεύση, ένα απόσπασμα από το βιβλίο Ερωτες στη Μεταπολίτευση, με φόντο μια εποχή δική μας, πολύ κοντινή και τόσο λησμονημένη...
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,
... Η Μεταπολίτευση είναι γένους θηλυκού. Είχε ομορφιά, αισιοδοξία, γονιμότητα, ελπίδα. Και η πιο μεγάλη από τις μεγάλες αλλαγές που έφερε ήταν ασφαλώς η γυναικεία χειραφέτηση. Τα κορίτσια βγήκαν από τη σκιά που τις περιόριζαν εκ γενετής και διεκδίκησαν το αυτεξούσιο της ζωής τους. Προέλασαν γενναία στον αντρικό κόσμο κάμπτοντας κάθε αντίσταση. Ένας φόρος τιμής αξίζει στα κορίτσια των οργανώσεων. Αυτές πρώτες σπάνε τα δεσμά και ζουν τα νιάτα τους σαν έπος: διαδηλώνουν, τραγουδάνε, πίνουν, καπνίζουν, ερωτεύονται, χορεύουν, βγάζουν λόγους, τσαμπουκαλεύονται, απαιτούν, γράφουν συνθήματα, απεργούν, ξενυχτάνε. 
 
Ήταν χάρμα να τις βλέπεις, καθώς ξεχώριζαν αμέσως με το δικό τους στιλ ντυσίματος: λίγο έθνικ, λίγο χίπις και πολλή απελευθέρωση. Το ερωτικό big bang που ακολούθησε ήταν αποκλειστικά δικό τους δημιούργημα. Σκόρπισαν μύθους, ταμπού, τυραννίες, καθωσπρεπισμούς. 
 
Οι άνθρωποι απελευθερωμένοι δόθηκαν στους έρωτες σαν νεοφώτιστοι. Τα πρώτα χρόνια δεν είχε πολλά μαζί τους.   
Όσο διαρκούσε ο επαναστατικός πυρετός, αλλού εκείνες, αλλού αυτός. Από τους οργανωμένους φίλους του μάθαινε ότι κι εκεί οι έρωτες καλά κρατούσαν με τους αρσενικούς αντιστασιακούς σε πρώτη ζήτηση. Πάνω στον μεγάλο αναβρασμό, είδε τη Μολτ από τη Φιλοθέη με τα πιο ωραία μπούτια των Βορείων Προαστίων. Την έλεγε έτσι επειδή έπινε μόνο malt ουίσκι όταν δεν το ήξερε ακόμα κανείς. Ένα φιλντισένιο κορίτσι με πόδια λεία, σφιχτά κιολοστρόγγυλα σαν μαρμάρινες κολόνες. Πάντα λίγο τρελή κι ασυμμάζευτη. Δικτατορία ήταν κι αυτή για την πλάκα της έκανε οτοστόπ στα περιπολικά της Αστυνομίας. 
 
− Μήπως πας Γλυφάδα; 
 
− Μέσα θέλεις να σε πάω; 
 
− Θα μου βάλεις και χειροπέδες; Έεελα... Πες μου ναι, μην είσαι ντροπαλός. 
 
Την πέτυχε στην Ακαδημίας στις αφετηρίες των λεωφορείων. Αγνώριστη η Μολτ. Εντελώς αλλαγμένη. Άβαφη με μακριά ινδική φούστα, ζιπούνι και τα μαλλιά αχτένιστα στους ώμους. Είχε προσχωρήσει στην επανάσταση. Καθόταν πίσω από ένα μικρό τραπέζι τίγκα φυλλάδια και αφισέτες ενός αριστερού γκρουπούσκουλου. Πούλαγε κουπόνια ενίσχυσης. Κάθε τόσο έπιανε μια ντουντούκα και φώναζε για τη συγκέντρωση διαμαρτυρίας στα Προπύλαια που θα γινόταν το ίδιο βράδυ. Είχε μαζί της την οικειότητα ανθρώπων που έχουν έρθει πολύ κοντά κάμποσες φορές.
 
 − Τι κάνεις εσύ εδώ; της λέει ξαφνιασμένος. Τον κοίταξε ανέκφραστη σαν να μην τον ήξερε.  
 
 − Σύντροφε, θα πάρεις κουπόνι; του κάνει άχρωμα.
 
− Σ' έχει δει γιατρός; 
 
Ένας όψιμος Τσε Γκεβάρα πλάι της, με γένια και αμπέχονο, πήρε τον λόγο.   
 
− Τι τρέχει, ρε φίλε; 
 
− Τίποτα δεν τρέχει, τη ρώταγα για μολτ. 
 
− Τι 'ν' αυτό; 
 
− Αν θέλει, θα σου πει. 
 
Μετά από χρόνια την άκουσε για στιχουργό.
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,
 
Ο ΔΙΟΝΥΣΗΣ ΧΑΡΙΤΟΠΟΥΛΟΣ είναι συγγραφέας. Γεννήθηκε το 1947 στον Πειραιά όπου από μικρή ηλικία έκανε διάφορες χειρωνακτικές δουλειές στο Λιμάνι και στα γύρω μηχανουργεία. Eγκατέλειψε νωρίς δύο απόπειρες σπουδών στην Αθήνα και στο Λονδίνο και δούλεψε στη διαφήμιση μέχρι το 1990. Γνωστότερα έργα του: "Δανεικιά γραβάτα", "525 τάγμα πεζικού", "Τα παιδιά της Χελιδόνας", "Άρης, ο αρχηγός των ατάκτων", "Εκ Πειραιώς" - Εκδόσεις Τόπος 210.8222, 835-856.