Ο ΚΑΚΟΡΙΖΙΚΟΣ ΚΑΝΤΗΛΑΝΑΦΤΗΣ

 

γράφει ο διονύσης χαριτόπουλος

Στη γειτονιά με είχαν για γουρλή. Το τυχερό παιδί που ''τα έλεγε''για λίγα κέρματα την Πρωτοχρονιά κι έτσι έκανα ποδαρικό σε όλη τη γειτονιά, στα πάνω και κάτω στενά. Ίσως επειδή η μάνα μου με είχε πάντα πλυμένο με καθαρά ρούχα, κάτι όχι πολύ συνηθισμένο. Ίσως επειδή δεν είχα την ελαφρότητα των παιδιών της ηλικίας μου. Ήμουν πάντα σοβαρό παιδάκι και σχεδόν αμίλητο. Τα έβλεπα και τα άκουγα όλα χωρίς να το δείχνω και χωρίς να ανοίγω το στόμα μου.

Τότε ήταν πολύ ισχυρή η πίστη στον γουρλή σε αντίθεση με τον κατσικοπόδαρο που αν έμπαινε πρώτος μπορούσε να σου τα φέρει όλο τον χρόνο ανάποδα. Οι μαγαζάτορες με περίμεναν να μπω πρώτος για να τους πάει καλά η χρονιά. Στα σπίτια το ίδιο για να έχουν καλή τύχη και ευτυχία όλο τον χρόνο.

Υπήρχε ένα σπίτι που δεν είχα πάει. Ούτε κανείς άλλος. Έμενε μόνος του ένας εργολάβος που δεν είχε πολλά πάρε δώσε με τη γειτονιά. Καλά πιασμένος από φράγκα και μεγάλος γλεντζές. Έλεγαν πως ξενυχτάει στην «Τριάνα του Χειλά», στου «Τζίμη του Χοντρού», με Τσιτσάνη, Μπέλου και τους άλλους και γυρνάει με ταξί στο σπίτι.

Κόντευε η Πρωτοχρονιά του 1962 όταν με φώναξε. Ήθελε να μπω πρώτος σπίτι του, αλλά πριν να πάω σε οποιονδήποτε άλλον. Να πήγαινα πρώτα σε αυτόν. Νύχτα σχεδόν του χτύπησα την πόρτα. Πρέπει μόλις να είχε γυρίσει. Φόραγε ακόμα την κουστουμιά αλλά ήταν ολόκληρος σαν τσαλακωμένος και τα μαλλιά του όρθια. Με κοίταξε σαν να μη με γνώριζε αλλά γρήγορα το μυαλό του δούλεψε. Με έμπασε μέσα με το δεξί. Πήγε σε ένα συρτάρι, ανακάτεψε κάμποσα χαρτιά και μπόλικα λαχεία, έβγαλε ένα χαρτονόμισμα που δεν είχα ξαναδεί και μου το έδωσε. Το πήρα υποψιασμένος.

Ως συνήθως δεν είπα τίποτα και το πήγα τρέχοντας στη μάνα μου. Τρόμαξε πού το βρήκα.Το μεροκάματο του εργάτη ήταν 15 με 20 δραχμές. Αυτός μου είχε δώσει ολόκληρο πεντακοσάρικο.

Μέσα στον χρόνο ο εργολάβος άφησε τη γειτονιά και εγκαταστάθηκε με τους λεφτάδες στο Πασαλιμάνι. Άλλοι λέγαν πως χάρη στο ποδαρικό μου πήρε μεγάλες δουλειές, άλλοι πως κέρδισε το λαχείο. Ανοίξαν κι οι δικές μου δουλειές. Την επόμενη χρονιά μια μέρα που πέρναγα έξω από την εκκλησία με αγκαζάρισε στα κρυφά ο παπάς. Ήθελε να μπω στον ναό αλλά να μην το μάθει κανείς ότι πήγα και νομίσουν ότι πιστεύει αυτός σε τέτοια πράγματα. Δεν τα πιστεύει καθόλου, απλώς «για το καλό» με θέλει.

Αφού με όρκισε «να με κάψουν τα δώδεκα Ευαγγέλια» αν το μαρτυρήσω, μου είπε να πάω χαράματα πριν τη λειτουργία και πριν έρθει αυτός ο κακορίζικος καντηλανάφτης. Λέω μέσα μου, ολόκληρη εκκλησία είναι, τόσο κόσμο μαζεύει, σίγουρα θα πάρω νέο πεντακοσάρικο. Πήγα αξημέρωτα και μου έδωσε ένα πρόσφορο.
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,
Ο Διονύσης Χαριτόπουλος είναι συγγραφέας. Γεννήθηκε το 1947 στον Πειραιά όπου από μικρή ηλικία έκανε διάφορες χειρωνακτικές δουλειές στο Λιμάνι και στα γύρω μηχανουργεία. Eγκατέλειψε νωρίς δύο απόπειρες σπουδών στην Αθήνα και στο Λονδίνο και δούλεψε στη διαφήμιση μέχρι το 1990. Γνωστότερα έργα του: "Δανεικιά γραβάτα", "525 τάγμα πεζικού", "Τα παιδιά της Χελιδόνας", "Εκ Πειραιώς", και βέβαια εκείνο για τον Άρη Βελουχιώτη, το ''Άρης, ο αρχηγός των ατάκτων".  Εκδόσεις Τόπος Πλαπούτα 2 & Καλλιδρομίου, 114 73 Αθήνα Τηλ.: +30 210 8222835 -  [email protected]