ΤΟ ΑΝΤΙΟ ΜΟΝΟΝ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΘΝΗΤΟΥΣ...

 
από τον φωστήρα 
 
Δεν μπορώ να πω αντίο στον Πελέ. Θυμάμαι στο δημοτικό είχα ζητήσει από τη μητέρα μου να μου πάρει μία αφίσα του. Βρήκε μία με τη φανέλα της Κόσμος και την κρέμασα  στο παιδικό μου δωμάτιο. Έμεινε εκεί μέχρι που τελείωσα το Λύκειο. Στο άκουσμα του θανάτου του, την αναζήτησα και τη βρήκα. Ήταν εκεί, στο ίδιο ακριβώς σημείο που τη θυμόμουν, μαζί με όλες μου τις αναμνήσεις. 

Ήμουν 9 χρονών τον Οκτώβριο του 1977, όταν άκουσα ότι ο Πελέ σταματάει το ποδόσφαιρο . Δεν το πίστεψα. Όπως και κανένας από την παρέα στη γειτονιά. Τα παιδιά πιστεύουν στο αδύνατο και το ότι ο Πελέ θα σταμάταγε το ποδόσφαιρο ήταν κάτι που δεν χωρούσε στο το μυαλό μας, ένα ψέμα.

Το περίεργο είναι ότι κανένας μας δεν τον είχε δει να παίζει μπάλα. Εκείνη την εποχή, ότι εικόνες από μπάλα βλέπαμε, ήταν από τις αθλητικές εκπομπές της κρατικής τηλεόρασης, Σάββατο μεσημέρι και Κυριακή βράδυ. Όμως δεν χρειάζονταν, για να ξέρουμε ότι ο Πελέ ήταν ο βασιλιάς του ποδοσφαίρου.

Το μάθαμε από τα γεννοφάσκια μας, από τότε που ακούγαμε τους μεγάλους να μιλάνε για μπάλα. Ο πατέρας μου έλεγε ότι το καλύτερο 9ρι που είχε δει ήταν ο Νεστορίδης, ότι μέχρι που βγήκε ο Δομάζος το καλύτερο 10ρι ήταν ο Μπέμπης, ότι η βεντάλια του ΠΑΟΚ με Κούδα, Σαράφη, Παρίδη, Τερζανίδη και Ασλανίδη ήταν καλύτερη από τον Ολυμπιακό του Δεληκάρη. Λέγανε οι μεγάλοι πολλά τέτοια στο καφενείο του Γιαλαμπίδη, στον παλιό Ταύρο. Κι εμείς ακούγαμε.

Κι έτσι μάθαμε για τον Πελέ. Χωρίς ποτέ να τον έχουμε δει. Από τις διηγήσεις των μεγάλων, που ενώ λογοφέρνανε για όλα τ’ άλλα, όταν η κουβέντα έφτανε στη Βραζιλία του 70, έπεφτε σιωπή. Είχε μια αγιοσύνη εκείνη η ανάμνηση, ήταν ανεξίτηλη.

Τώρα που το σκέφτομαι, 45 χρόνια μετά, δεν το βρίσκω καθόλου περίεργο. Έτσι χτίζονται οι θρύλοι. Με τον ίδιο ακριβώς τρόπο, με την ίδια ακριβώς διαδικασία, πέρασε στην αιωνιότητα η μνήμη όλων εκείνων που ξεπέρασαν τα ανθρώπινα μεγέθη. Οι αθλητές στους ολυμπιακούς αγώνες ορκίζονταν στον Ηρακλή πριν αγωνιστούν στην Ολυμπία, χίλια χρόνια  μετά τους άθλους του. Οι Αθηναίοι είχαν παντοτινό τους βασιλιά το Θησέα, τριάντα γενιές μετά τη μάχη του με το Μινώταυρο. Κι ο Αλέξανδρος στο παιδικό του κρεβάτι κοιμόταν με τα κατορθώματα του Αχιλλέα στο προσκεφάλι του.

Έτσι ακριβώς διάβηκε και ο Πελέ τα όρια της αθανασίας. Στα χρόνια που ακολούθησαν, οι ασπρόμαυρες εικόνες που διασώθηκαν, εξήγησαν το λόγο για τον οποίο ήδη στην εποχή του, είχε ανακηρυχθεί «εθνικός θησαυρός» στη Βραζιλία. Ότι είδαμε μετά, ήταν κόπια. Ο κόσμος δεν είχε ξαναδεί κάτι παρόμοιο. Κάποιοι ανθρωπολόγοι πήγαν να εξηγήσουν τον αφάνταστο συνδυασμό δύναμης, ταχύτητας και χάρης μπαλέτου στις κινήσεις του, από την μακρινή καταγωγή των προγόνων του από κάποιες αφρικάνικες φυλές της Αγκόλας. Κανείς όμως δεν μπόρεσε να εξηγήσει ποιος θεός ποιανού κόσμου, χάρισε εκείνη την μαγική έμπνευση και το πρωτόφαντο τάλαντο στα πόδια ενός λιπόσαρκου παιδιού, που έμελλε να κάνει το ποδόσφαιρο τέχνη και συνάμα το πιο λαοφιλές σπορ στον πλανήτη.  

Δεν θα πω αντίο στον Πελέ. Οι θρύλοι είναι αθάνατοι. 

Διαβαστε ακομα:

ΑΝΤΙ ΝΑ ΚΑΝΟΥΝ ΜΝΗΜΟΣΥΝΟ