Η ΔΟΥΚΙΣΣΑ ΤΗΣ ΠΛΑΚΕΝΤΙΑΣ, ΕΝΑΣ ΜΥΘΟΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

 

Ξεκινώ με την κοντέσσα Τζαίην. Αν συναντήσεις ποτέ τέτοιο άτομο είναι αδύνατον να το ξεχάσεις μια ζωή. Αδύνατον, επίσης, να μην την φέρνεις στη σκέψη, για εκείνο και το άλλο.

Γεννήθηκε να μαγνητίζει τους άνδρες και δεν είχε τον παραμικρό δισταγμό για αυτοσυγκράτηση. Της άρεσες; Δεν κρυβόταν με τίποτα. Στο έδειχνε στα ίσα και με στυλ. Η Ιωάννα, πιο γνωστή στην Ευρώπη ως ''Τζαίην'', και για ένα διάστημα, όσο κυκλοφορούσε στην αυλή του βασιλιά της Βαυαρίας, ως ερωμένη του Λουδοβίκου, ήταν η Ιάνθη. Παρένθεση απαραίτητη…

 

... Και ποιος δεν γνώριζε τότε την τρέλα με την αρχαία Ελλάδα του Λουδοβίκου, του πατέρα του πρώτου βασιλιά της Ελλάδος Όθωνα. Τίποτα δεν είναι περιττό απ’ όλα όσα αραδιάζω σήμερα στο σεντόνι. Ακόμα και το ανάκτορό του το ’χε κτίσει όπως ένα αρχαιοελληνικό παλάτι, ο Βαυαρός γαλαζοαίματος ''ελληναράς'', σοβαρότατος, όχι γραφικός. Με το που αρχίζει να πηδάει την… Ιάνθη του, μια γκόμενα με παιδεία και βαθειά μόρφωση, με αδυναμία στη ζωγραφική και τη γλυπτική, της ζητάει να του μάθει αρχαία ελληνικά.

 

Ελληνίδα, αλλά δεν έτυχε να γνωρίζει τη γλώσσα που μιλιότανε στην κλασική αρχαιότητα η κοντέσσα, ο δε τίτλος της προέρχεται από τον Κόντε Σπύρο Θεοτόκη, τον τρίτο της σύζυγο, τον οποίο όταν τον χώρισε τον είχε στο επίδομα. Τον βοηθούσε οικονομικά διότι ο από σόι Κερκυραίος, της γνωστής οικογένειας, είχε αρχίσει κι αυτός τους γάμους. Μετά την Ιωάννα παντρεύτηκε μια Ρωσίδα, που πέθανε σύντομα, και ξαναπαντρεύτηκε μετά άλλη μια Ρωσίδα.

 

Ο πρώτος γάμος της Τζαίην, Ιωάννας και Ιάνθης, ήταν με τον Άγγλο λόρδο Ελένμπορω και ο δεύτερος γάμος μ’ έναν βαρώνο. Μετά τον Θεοτόκη παντρεύτηκε τον στρατηγό Χατζηπέτρου και στη συνέχεια το ’σκασε μ’ ένα ημιάγριο βεδουϊνο φύλαρχο και βρέθηκε να ζει στο χαρέμι του, σε τσαντήρι, πολυτελείας αραβικής βέβαια. Κανέναν πρόβλημα. Μια χαρά τα πέρασε κι εκεί, αφού στο αίμα της ήταν η περιπέτεια, ο τυχοδιωκτισμός. Ποιο πρόβλημα; Δεν υπάρχουν τέτοια.

 

Έρχεται η Τζαίην στην Ελλάδα παρέα με τον… εαυτό της! Το γνωστό χαρακτήρα της. Γιατί να τον… ξεχάσει στη Συρία; Γι’ αυτό η Αμαλία, η βασίλισσα της Ελλάδος δεν την γουστάριζε και της το έδειχνε όσο επέτρεπε η διακριτικότητα της αρχοντοπούλας. Δεν ήταν κακός άνθρωπος η Ιωάννα, όμως η βασίλισσα πάντα την φοβόταν, μήπως ξεμυαλίσει τον πρώην εραστή της, τον βασιλιά σύζυγο της. Δεν το είπαμε αυτό. Μετά το κρεβάτι του πατέρα του η Ιωάννα γνώρισε και το κρεβάτι του άβγαλτου γιού, του Όθωνα. Μια στιγμή.

 

Ο αποδυτηριάκιας θα πει αυτά που θέλει να πει στο σεντόνι του, αφού προηγουμένως προειδοποιήσει ότι όλα όσα απλώνει σήμερα δεν είναι παραμύθια, ούτε υπερβολές. Σε καμιά περίπτωση. Βεβαίως, τα περί της κόμησσας Ιωάννας δεν έχουν, από πολιτικής άποψης, ιστορικό ενδιαφέρον, όμως δεν είναι τυχαίο ότι έχουν καταγραφεί… ιστορικά. Λοιπόν. Να πάμε παραπέρα…

 

Ο ακαδημαϊκός Δημήτρης Καμπούρογλου στο βιβλίο του για την Δούκισσα…, ποια Δούκισσα;…, γράφει επί λέξει για την κοντέσσα Θεοτόκη: «Ελαφράς συνειδήσεως, όχι εκ φύσεως διαφθοράς, αλλά μάλλον εκ του ευθύμου, αχαλινώτως ευθύμου, μάλιστα αντιλήψεων των του κόσμου και εκ της επιδιώξεως ποικίλων ερωτικών εντυπώσεων και περιπετειών…».

 

Μ’ έναν μόνο άνθρωπο, την κοντέσσα Θεοτόκη…, έτσι ήταν γνωστή, έτσι αναφερόταν από τους κοσμικούς και λαϊκούς κύκλους…, κράτησε σταθερά σχέση φιλίας μέχρι το τέλος της ζωής της η Δούκισσα…, ποια Δούκισσα; Κανένας άλλος, άνδρας ή γυναίκα, δεν κατάφερε να διατηρήσει για πάντα την εύνοια της Δούκισσας. Και δεν την έχασε ακόμα κι όταν οι δυο γυναίκες γνωρίστηκαν με τον νεαρό Φίλιππο Πιττακό, ένα τεκνό πανέμορφο και καλοφτιαγμένο και ευγενέστατο στους τρόπους.
Όταν, λοιπόν, πρωτοαντίκρυσε τον παίδαρο να κάνει ιππασία, η κόμησσα έπαθε. «Αυτόν θα τον πάρω!» σκέφθηκε. «Ποιος να ’ναι;...». Ζήτησε αμέσως πληροφορίες από τον οικονόμο της Δούκισσας κι αυτός της είπε ότι ''Έτσι όπως μου τον περιγράφετε θα πρόκειται για τον Φίλιππο Πιττακό, τον συγκεκριμένο νέο αριστοκρατικής οικογένειας...''.
Η Δούκισσα, που γεννήθηκε στις 2 Απριλίου το 1785, στα 66 της χρόνια ζήλεψε…, βρισκόμασθε στο 185ι.. Θα ήθελε αυτή τον Φίλιππο και κάτι έπρεπε να κάνει για να μην τον βουτήξει η τότε 48χρονη κόμησσα. Κάλεσε τον Αθηναίο ευπατρίδη στο σπίτι της να τον γνωρίσει, να μιλήσει μαζί του, όπως κι έγινε. Στην κουβέντα επάνω βρήκε αφορμή να του πιάσει τα χέρια, αυτά τα δάκτυλα που δεν είχαν γνωρίσει καμία εργασία. Μέχρι εκεί, όμως. Δεν την έπαιρνε για κάτι περισσότερο με τον νεαρό, ο οποίος βέβαια θεώρησε ύψιστη τιμή την προσωπική πρόσκληση της Δούκισσας στο σπίτι της.
Αλλόκοτη, όχι απλά περίεργη η Δούκισσα. Πασίγνωστη για τις παραξενιές της αυτή η θρυλική γυναίκα, εμβληματική φιγούρα στη μεταεπαναστατική Ελλάδα, της οποίας η ζωή φωτογραφίζει την πατρίδα μας εκείνη την εποχή. Μένω στη συνάντηση της με τον Φίλιππο Πιττακό, ο οποίος βέβαια παρατήρησε αυτό που συζητούσε όλη η Αθήνα, ότι εκτός όλων των άλλων, στο σπίτι της Δούκισσας κυριαρχούσαν τα σκυλιά, τα πολλά και θηριώδη σε μέγεθος σκυλιά.

 

Παρένθεση. Μια φορά την επισκέφθηκε, με την συνοδεία του βέβαια, ο βασιλεύς Όθων και τον υποδέχθηκε στην τραπεζαρία κι όχι στο σαλόνι, διότι δεν ήθελε να ενοχλήσει έναν σκύλο της που εκείνη τη στιγμή απολάμβανε τον απογευματινό του ύπνο. Φοβερά πράγματα.

 

«Είχαμε κι εμείς ένα σκύλο, αλλά μας ψόφησε…» της λέει κάποια στιγμή ο Φίλιππος Πιττακός. Η Δούκισσα ταράχθηκε. Ασφαλώς τον διόρθωσε. «Οι σκύλοι δεν ψοφούν, αγαπητέ μου, οι άνθρωποι ψοφάνε, οι σκύλοι πεθαίνουν…». Φοβερά πράγματα. Η γυναίκα θαρρούσε πώς άξιζε να συνομιλεί με τις ψυχές των πεθαμένων σκύλων της, όχι και με τις ψυχές των ανθρώπων, οι οποίες δεν ήταν σίγουρη ότι υπήρχαν πράγματι, άλλωστε.

 

Λίγο πριν πεθάνει, ετοιμοθάνατη, είχε δώσει εντολή να την θάψουν μαζί με τη στάχτη της πεθαμένης κόρης της και όλους τους σκύλων της, που θα τα σκότωναν αμέσως μετά την τελευταία της πνοή. Φοβερά πράγματα.
Πήρες χαμπάρι; Μιλάμε για την Δούκισσα της Πλακεντίας που πέθανε στις 2 Μαϊου το 1854. Στα παπάρια μας. Δεν μιλάμε για καμιά Δούκισσα και καμιά κόμησσα. Για πάρτη μας μιλάμε. Αν μιλάμε μόνο γι’ αυτόν και μόνο για τον άλλον, τότε θα είμασταν επιπέδου γλάστρας, κουτσομπολιού. Πρώτα υπάρχεις εσύ, και μετά όλοι οι άλλοι, κι αν υπάρχουν οι άλλοι. Εμείς τι κάνουμε. Εμείς ποιοι είμαστε.

 

Η Δούκισσα της Πλακεντίας ήταν αυτή που ήταν. Μια παλαβιάρα. Δέθηκε με την Ελλάδα. Και αφού γύρισε τον κόσμο, στέριωσε εδώ, κι έκτιζε το ένα σπίτι μετά το άλλο, χωρίς να τα τελειώνει κανένα. Επειδή φοβότανε ότι αν ολοκλήρωνε ένα σπίτι τότε αυτή θα πέθαινε. Προλήψεις, θα πεις. Δεν λες τίποτα, οι προλήψεις της ήταν ένας άλλος κόσμος. Αγνή. Πεντακάθαρη. Πολύ πλούσια κι έκανε συνεχώς δωρεές. Όχι ελεημοσύνη! Ποτέ. Έδινε και βοηθούσε μόνο αυτούς που άξιζαν. Για να πιάσουν τόπο τα λεφτά της. Και στην Ελλάδα, πριν ακόμα εγκατασταθεί εδώ, είχε σπρώξει πολλά. Και τα έδινε κατ’ ευθείαν στην κυβέρνηση και επειδή γνώριζε πόσο μπινέδες είναι οι Έλληνες, ήθελε να γράφονται στα κιτάπια του δημοσίου ταμείου όσα εισέπρατταν απ’ αυτήν. Ούτε ένα φράγκο δεν έδωσε στις διάφορες επιτροπές που τα έπαιρναν από τους φιλέλληνες της Ευρώπης. Είχε τους φόβους της ότι τα λεφτά θα γινόντουσαν αβαβά, τουλάχιστον τα περισσότερα.

 

Τι είπες; Η σκέψη παραπέμπει στη σημερινή Ελλάδα, των οικονομικών σκανδάλων με πρωταγωνιστές τους πολιτικούς, δηλαδή τους ανθρώπους του λαού. Όσους εμπιστεύεται ο λαός για πρωθυπουργούς και υπουργούς, για γραμματείς και φαρισαίους. Πόσο άλλαξε η Ελλάδα της τουρκοκρατίας και της επανάστασης; Ποια και πόσα βήματα προόδου και πολιτισμού έχει κάνει η ελληνική κοινωνία τα τελευταία 200 χρόνια για να φθάσει να την πηδάνε, και να παραδίδεται στο χάος, στην οικονομική κρίση, στο ΔΝΤ.

 

Το σεντόνι έχει πάρει την κατηφόρα κι ακόμα δεν άνοιξε τρύπα στην Δούκισσα της Πλακεντίας. Μήπως θα πρέπει να σεντονάρω περί αυτής και την προσεχή Κυριακή; Δεν το ξέρω… Ξέρω μόνον ότι έχω να πω τόσα πολλά γι’ αυτήν, τόσα πολλά που αξίζουν για εμάς τους ίδιους ακουμπώντας την αραχνοΰφαντη προσωπικότητα μιας μοιραίας χήρας και ιδιότροπης γυναίκας, η οποία περισσότερο στέκεται ως ηρωϊδα θεατρικού έργου του Τενεσύ Ουϊλιαμς.

 

Της Πλακεντίας Δούκισσα…, τι είναι αυτό; Κανονικός και νόμιμος τίτλος ευγενείας. Στον πατέρα της, υπουργό του Ναπολέοντα, δωρίστηκε το Δουκάτο της Πιασέντζας, που τότε, στην περιοχή του Μιλάνου, ήταν γαλλικό έδαφος. Δούκισσα είναι η Σοφί ντε Μαρμπουά. Γεννήθηκε το 1785 στη Φιλαδέλφεια των Ηνωμένων Πολιτειών, όπου είχε αποσπασθεί ο διπλωμάτης πατέρας της. Γίνεται σύζυγος 17 χρονών του κατά δέκα χρόνια μεγαλύτερου της Σαρλ Λεμπραίν, του συντάγματος των Δραγώνων, ο οποίος για να την παντρευτεί ζήτησε την άδεια του Βοναπάρτη. Ο Λεμπραίν πήρε το δρόμο του, της στρατιωτικής καριέρας, έφθασε πολύ υψηλά, ενώ η Σοφία, μετά τη γέννηση της κόρης της Ελίζας, έχοντας πάντα μαζί της ένα τσούρμο από υπηρέτες ταξίδευε ποτέ εδώ και ποτέ εκεί μέχρι να μυηθεί στο μυστικισμό, να ανακαλύψει την αθεία και να πλησιάζει τα πάντα στη μεταφυσική τους διάσταση.

Η αυταρχική αριστοκράτισσα, η πλούσια και κοσμογυρισμένη, στην Ελλάδα εξελίχθηκε σε μύθο. Το κάθε τι σχετικό μ' αυτήν έπαιρνε διαστάσεις από τον κόσμο. Η κάθε ιστορία, το κάθε επεισόδιο της ζωής της στην Ελλάδα όσο συζητιόταν τόσο μεγαλοποιούνταν, όπως ήταν επόμενο, μέχρι τα όρια του μύθου. Τα γνωστά, όμως, τα βασικά που την σημάδεψαν είναι πέρα για πέρα αλήθεια. Ότι π.χ. δεν γούσταρε τον Ιωάννη Καποδίστρια, τον οποίον μάλιστα είχε γνωρίσει όταν ζούσε στη Ρώμη, πριν ακόμα αυτός γίνει ο πρώτος κυβερνήτης της Ελλάδος, και δεν έκρυβε την ικανοποίηση της για τη δολοφονία του. Κι όχι μόνον επειδή είχε καψουρευθεί τον μεγάλο και αξεπέραστο έρωτα της κόρης της, τον Ηλία Κατσάκο Μαυρομιχάλη, της οικογένειας που χάλασε τον Καποδίστρια, στο Ναύπλιο.

 

Κούκλος ο Ηλίας. Ένστολος κι αυτός. Είχε αναλάβει να συνοδέψει στην Ελλάδα από την Βαυαρία την Αμαλία. Πέθανε στην Γερμανία από χολέρα. Νεότατος. Βεβαίως, όταν ρίγησε από τον έρωτα η καρδιά της φιλάσθενης κόρης της Ελίζας, της παρθένας, η μάνα, η Δούκισσα έπνιξε τον πόθο της για τον Κατσάκο. Δεν υπήρχε τίποτα πιο ακριβό σε τούτη και την άλλη ζωή για την Sophie de Marbois, την Duchesse de Plaisance, από την κόρη της την Ελίζα- αυτή πέθανε στα 33 της χρόνια στη Βηρυττό.

Κουβάλησε το λείψανο της Ελίζας στην Αθήνα και με την βαλσαμωμένη κόρη της «συνομιλούσε» κάθε Σάββατο, σ’ ένα χώρο που περισσότερο έμοιαζε με ξωκλήσι. Δεν είπαμε τίποτα. Και φοβάμαι ότι δεν τόνισα όπως θα ήθελα το γιατί σήμερα την έπεσα στην Γαλλίδα Δούκισσα, που περισσότερο αυτή ερωτεύθηκε τρεις – τέσσερις και γαμώ επώνυμους άνδρες, παρά η ίδια αγαπήθηκε. Την άλλη Κυριακή.
ΔΗΜΟΣΙΕΥΤΗΚΕ στον ΄΄ΦΙΛΑΘΛΟ'' Δεκέμβριο του 2010.
Διαβαστε ακομα:

Ο ΓΕΡΜΑΝΟΣ ΕΥΝΟΟΥΜΕΝΟΣ ΤΟΥ ΑΓΓΛΟΥ ΒΑΣΙΛΙΑ