ΣΤΟΝ ΑΛΛΟΝ ΚΟΣΜΟ ΠΟΥ ΘΑ ΠΑΣ

 

Πάσχα, λοιπόν. Η μεγάλη εβδομάδα. Πάσχα Ελλήνων, που λένε, όπως άλλοι λένε πάσχα Τούρκων, Κογκολέζων, Αυστραλών, Δανών, Μαυριτανών, τέλος πάντων όσοι είναι χριστιανοί έχουν το Πάσχα τους. Αν δεν είσαι χριστιανός θα είσαι κάτι άλλο. Δεν μπορεί να μην είσαι κάτι. Κάτι άλλο θα είσαι. Κάτι να είσαι. Τι, δηλαδή, θα είσαι άθεος; Δεν είναι σωστό αυτό. Πρέπει να πιστεύεις κάπου. Θα βρεις έναν θεό να κάνεις τη δουλειά σου. Και επειδή εσύ δεν μπορείς να βρεις Θεό, που να τον βρεις δηλαδή, δεν υπάρχει πρόβλημα, έχουν ψάξει άλλοι για σένα. Έτοιμο στον δώσανε τον θεούλη και σου είπανε, αυτός είναι. Δικός σου είναι. Και πάρε και χριστούγεννα, και πάρε και πάσχα και πάρε μεγάλες εβδομάδες και το ένα και το άλλο. Όλα για πάρτη σου.

Μιλάμε για το πάσχα. Και είπαμε ότι αν δεν είσαι χριστιανός, θα είσαι κάτι άλλο και θα έχεις κάτι άλλο για πάσχα. Δεν είναι δίκαιο και σωστό άλλοι να έχουν χριστούγεννα, πάσχα, ιστορίες τέτοιες κι άλλοι να μην έχουν παρόμοια κόλπα. Ο καθένας με την θρησκεία του και η κάθε θρησκεία έχει τις δικές της γιορτές, τις δικές της λύπες, τα δικά της πάθη, τους δικούς της ψαλμούς, προσευχές κλπ. κλπ.

Υπάρχει, δηλαδή, ένα πρόγραμμα και κρατάει όλη τη χρονιά. Ένα ρεπερτόριο. Όπως, ας πούμε, ανεβαίνει μια επιθεώρηση στο θέατρο, με τη μουσική της, την πρόζα της, τα φωτιστικά, τα χορευτικά, τα σκηνικά, τα σκετσάκια, όλα αυτά, κι όλα φτιάχνουν την παράσταση. Ένα θεατρικό έργο, όμως, φτιάχνεται από έναν άνθρωπο, άντε από δυο ή τρεις και φτιάχνεται σε μια εβδομάδα ή σ’ ένα μήνα ή σ’ ένα χρόνο. Δεν μπορεί ο άλλος να κάθεται δέκα χρόνια ή είκοσι ή μια ζωή ολόκληρη, να φτιάξει ένα έργο. Πρέπει να ζήσει ο άνθρωπος. Πρέπει να έχει παραγωγή έργων ως θεατρικός συγγραφέας. Άσε, σου λέει, να γράψει κανένας άλλος τα αριστουργήματα που θέλουν χρόνια για να γραφτούν. Άσε, που μπορεί να δουλεύεις ένα έργο και δέκα και 20 και 50 χρόνια και τελικά να έχεις γράψει μια μαλακία και μισή.

Και δεν είναι μόνο ότι χρειάζεται χρόνια για να πετύχεις ένα αριστούργημα, ένα έργο με διαχρονικό μήνυμα και αιώνια αξία. Ο συγγραφέας έχει ανάγκη να κάνει μια ξεχωριστή ζωή, να πιάσει επαφή μ’ άλλους κόσμους, να καταδυθεί το πνεύμα του σε εσωγήινους και εξωγήινους χώρους. Αυτό δεν το προσφέρει η ρουτινιάρικη ζωή, σε κάποιο διαμέρισμα, να βλέπεις απέναντι σου τη κυρά Κατίνα να απλώνει ρούχα ή τον άλλον τον μαλάκα να συζητάει για τους αγώνες της λαϊκής τάξης. Είναι τελειωμένος ως δημιουργός. Η σκέψη χρειάζεται να δραπετεύσει και να ταξιδεύσει εκεί, όπου μπορεί να αναζητήσει την Αλήθεια, να πάρει απαντήσεις. Όσοι γράψανε τα δράματα και τις κωμωδίες, που αντέχουν αιώνες ολόκληρους και θα αντέχουν ακόμη, δεν ήταν άνθρωποι συνηθισμένοι, ούτε κάνανε μια ζωή καθημερινότητας. Και κολοσσοί ήταν και κουβαλούσαν τρέλα.

Η θρησκεία, βέβαια, είναι πολύ μεγάλο έργο. Αυτή δεν σενιαρίστηκε από έναν, ούτε από δύο και τρεις, όπως από δίδυμα γραφόντουσαν οι επιθεωρήσεις, Σακελλάριος-  Γιαννακόπουλος, Γιαλάμας - Πρετεντέρης. Τρακόσα χρόνια κράτησε η συγγραφή της θρησκείας. Μέγας ο Σαίξπηρ και ο Μολιέρος, ο Ίψεν και ο Ο’ Νηλ κι ένα σωρό άλλοι. Γίγαντες οι άνθρωποι, δεν λέω. Γράψανε αριστουργήματα ο Τολστόι, ο Ντοστογιέφσκι. Κανένας, όμως, απ’ αυτούς δεν κάθισε να γράψει ένα δόγμα. Μια θρησκεία.

Πάσχα, η μεγάλη κατάσταση της χριστιανικής θρησκείας, όπως άλλη μεγάλη κατάσταση είναι τα χριστούγεννα. Δεκέμβριο γεννήθηκε ο τζήσας κράιστ, μέσα στην καρδιά του χειμώνα. Δεν τον γέννησαν καλοκαίρι. Μη είσαστε ανόητοι. Δεν γίνεται αυτό. Μέσα στον καύσωνα θα γεννιόταν ο ναζωραίος; Όλα είχαν μελετηθεί. Πολύ περισσότερο τα χοντρά πράγματα, δηλαδή το πάσχα και τα χριστούγεννα. Μελετήθηκε, γράφτηκε και ξαναγράφτηκε το έργο, πριν παρουσιαστεί στη σκηνή, μέχρι την τελευταία λεπτομέρεια.

Όχι, κύριοι, δεν μπορώ να σας ανοίξω την πόρτα τη μυστική. Απ’ έξω, απ’ έξω θα σας πάω, γιατί σας αγαπάω. Όταν κάνει κρύο έξω, δεν αφήνουν ανοικτή τη πόρτα γιατί θα πουντιάσουν. Άλλος παθαίνει ψύξη, μέχρι όγκο μπορείς να βγάλεις από κρύωμα. Άντε και σας ανοίξω τη μυστική πόρτα. Ξέρετε τι θα βγει από εκεί μέσα; Αν σας πλακώσουν οι φωτιές στη μούρη; Θα καείτε. Θα σας ζώσουν οι φλόγες. Δεν θα το αντέξετε τέτοιο πυρ. Στο όγδοο βιβλίο θα ανοίξει η πόρτα.

Πάσχα, λοιπόν. Και σαν καλοί χριστιανοί θα το γιορτάσετε. Και λέω σαν καλοί χριστιανοί, γιατί υπάρχουν και κακοί χριστιανοί, όπως υπάρχουν και άθεοι, και αλλόθρησκοι. Το να είσαι γραμμένος σ’ άλλη θρησκεία δεν είναι κακό. Το να μην είσαι γραμμένος πουθενά, είναι το κακό.

Γραμμένοι είσαστε όλοι. Η ταυτότητα γράφει χριστιανός ορθόδοξος. Ό,τι και να βγάλεις, απολυτήριο σχολείου, στρατού, νοσοκομείου, διαβατήριο να βγάλεις, δίπλωμα οδήγησης να βγάλεις, θα σου γράψουν, μέσα στα στοιχεία σου, το θρήσκευμα σου. Συμβόλαιο να κάνεις στο συμβολαιογράφο θα γράψουν ο έτσι γεννήθηκε εκεί, γεννήθηκε τότε, το θρήσκευμα τέτοιο. Όλα αυτά έχουν σημασία. Από τότε που γεννιέσαι μέχρι να πεθάνεις θα κουβαλάς τη θρησκεία που θα σου δώσουνε. Θα γερνάς, θα χάνεις τα δόντια σου, τα μαλλιά σου, δεν θα βλέπεις καλά, δεν θα ακούς καλά, όλα μπορείς να τα χάνεις σιγά-σιγά, όσο θα πλησιάζεις προς το θάνατο, όλα, εκτός από την θρησκεία. Γραμμένος είσαι. Κι όταν θα πεθάνεις, για να μη γίνει κανένα μπέρδεμα επάνω, εκεί στον άλλον κόσμο, τα χαρτιά σου εδώ στη γη τα στέλνουν με τέλεφαξ.

Εσείς νομίζετε ότι κάνω πλάκα. Ποτέ, όμως, δεν σκεφθήκατε γιατί παντού γράφουν το θρήσκευμα. Όχι, αυτό που διάλεξες εσύ, αλλά αυτό που σου δώσανε. Και αυτά είναι απαράδεκτα πράγματα. Δεν είναι δυνατόν να του δίνεις του αλλουνού τη θρησκεία του. Και να του τη δίνεις με το ζόρι, μάλιστα σε μια ηλικία, που ο άνθρωπος δεν έχει πάρει χαμπάρι ακόμη τι γίνεται. Άστονα να μεγαλώσει, ρε, άστονα να δει και να γνωρίσει και τις άλλες θρησκείες, και όποια γουστάρει, ας διαλέξει. Όποια του πάει και με όποια νομίζει ότι θα νοιώθει καλύτερα, εκείνη να επιλέξει.

Εγώ αν ήμουν θεός, κάποιος θεός, ρε παιδί μου, από τους τόσους, τους όσους υπάρχουν. Και για να μη γίνει καμιά παρεξήγηση, όταν λέω ''τους τόσους, όσους θεούς υπάρχουν'', εννοώ ότι υπάρχουν και στα βιβλία και στις σκέψεις των ανθρώπων, εκτός του ότι υπάρχουν, πρέπει να υπάρχουν, και πάνω στον ουρανό και κάτω από τη γη και δεν ξέρω, που αλλού. Εγώ, λοιπόν, αν ήμουν κάποιος από τους τόσους θεούς θα έλεγα στους δικούς μου αρχιερείς στη γη, να βαφτίζουν τους πιστούς, μετά τα 35 τους χρόνια. Δεν μπορεί ο άλλος να γίνεται πιστός του δικού μου δόγματος σε ηλικία βρέφους. Τι να ξέρει το μωράκι; Να ‘μαστε και σοβαροί.

Οι θεοί, όμως, δεν έχουν εμπιστοσύνη στην Αλήθεια της θρησκείας τους. Γι' αυτό άφησαν τους πονηρούς να τα έχουν φτιάξει έτσι τα πράγματα, ώστε μάνι- μάνι να τους χώνουν τους ανθρώπους στη κολυμπήθρα, πριν ακόμα περπατήσουν. Τι φοβάσαι, κύριε θεέ τάδε, μη σου ξεφύγει κανένας πελάτης; Πιστό θέλεις ή σκλάβο;

Όταν λέμε πιστός, εννοούμε πιστός. Και πιστός σημαίνει πιστεύω. Τι, όμως, να πιστέψει ένα σκατό, που μόλις πριν από λίγους μήνες βγήκε από την κοιλιά της μάνας του; Και μη μου πεις, κύριε θεούλη, ότι χάρη σε σένα γέννησε η κυρία, διότι και πιστοί και άλλων θρησκειών και άλλων θεών, γεννάνε. Τώρα μιλάμε σοβαρά, μεταξύ θεών δεν σηκώνει κατεργαριές.

Εγώ, λοιπόν, πιστεύω ως θεός στη δική μου θρησκεία, και θα απαγόρευα στους πιστούς μου να βαπτίζουν τα παιδιά τους και να τους κάνουν αποδυτηριάκηδες, αν προηγουμένως δεν γνωρίσουν οι ίδιοι τις ιδέες μου, τις σκέψεις μου και την όποια θεϊκή δύναμη κρύβω. Μετά τα 35 χρόνια θα βαφτίζονται οι άνδρες στη δική μου θρησκεία και μετά από τα 30 χρόνια οι γυναίκες και οι gay,  διότι τα θηλυκά και οι κωλόμποι ωριμάζουν πιο γρήγορα.

Πόσους πιστούς, υπολογίζετε, θα μάζευα αν είχα αυτό το σύστημα, δηλαδή να τους δεχόμουν μετά την ουσιαστική ενηλικίωση τους. Εγώ θα σας δώσω την απάντηση μου και κρατηθείτε γερά, μην πέσετε. Κανένας δεν θα ερχόταν σε μένα. ΚΙ ΑΥΤΗ ΘΑ ΗΤΑΝ Η ΕΠΙΤΥΧΙΑ ΜΟΥ. Ναι, κανένας δεν θα ερχόταν να γίνει πιστός μετά τα 30 και τα 35 χρόνια του. Όχι σε μένα, όχι στη δική μου θρησκεία, αλλά σε καμία θρησκεία δεν θα πήγαινε. Μα μαλάκας είναι ο άλλος να πάει να βρει θρησκεία μετά τα 30 και τα 35 χρόνια του.

Δείξτε μου έναν. ΕΝΑΝ, ρε παιδί μου, που μετά τα 35 του χρόνια έγινε ολυμπιακός ή πάοκ, αεκτσής η βαζέλος. Δεν υπάρχει ΟΥΤΕ ΕΝΑΣ. Όλοι πέφτουν στο αλκοολίκι της μπάλας πριν από τα 15 τους χρόνια. Έτσι και δεν κολλήσανε μέχρι τα 20 τους χρόνια την σκαπουλάρανε. Γλυτώσανε.

Επικίνδυνο πράμα να είσαι άθεος. Δεν πειράζει να είσαι μωαμεθανός και όποια άλλη μαστούρα κυκλοφορεί. Άθεος μην είσαι, κουφάλα. Και μη μου παρασύρεις κι άλλους, να τους πάρεις έξω από το λούκι. Βρες, άπιστε, ένα ρούχο, με κάποιο χρώμα και φόρεσε το. Θα σε παγώσω, κερατά, αν μου κυκλοφορείς γυμνός. Παγοκολώνα θα σε κάνω, χιονάνθρωπο. Και να ’σαι ένας και δυο και τρεις δεν τρέχει κάτι. Μη γίνετε δεκατρείς και τριαντατρείς χιλιάδες, και μου φτιάξετε καμιά περίεργη ιστορία και αρχίζω να ψάχνω που θα βάζω το κώλο μου.

Εκλογές θα γίνουν πάλι στην Ελλάδα και πάλι θα ακούς τους χοντρομαλάκες να σου λένε «Μα, δεν μπορείς να μη ψηφίσεις κάτι». Τον αντίπαλο του να ψηφίσεις σε δέχεται, σε καταλαβαίνει. Όταν, όμως, του λες ότι δεν θα ψηφίσεις κανένα, τότε τα πράγματα αγριεύουνε, σε κοιτάει παράξενα, σου λέει τι πράγμα είναι αυτός. Άθεος είναι, επικίνδυνος.

Δεν είναι άθεος, ρε, μαλάκα. Μαλάκας δεν είναι. Ελεύθερος είναι. Χαμένη πάει η ψήφος, λέει. Άκου να δεις τι λέει ο καπετάν μαλάκας. Χαμένη η ψήφος, λέει, αν δεν ψηφίσεις κανέναν. Έτσι, δηλαδή, και το αναλύσω αυτό το πράγμα δεν ξέρω που θα τον στείλω αυτόν ή που θα με στείλουν οι άλλοι. Άκου να δεις, κύριε, μυαλό ο άνθρωπος. Χάνει αν δεν ψηφίσει κανέναν, ενώ κερδίζει αν ψηφίσει κάποιον.

Κι όμως έχει περάσει μέσα τους. Κυκλοφορεί μέσα στο αίμα τους. Σε εκατομμύρια μαλάκες. Θα πάνε πάλι στις εκλογές να αποδείξουν ότι δεν είναι άθεοι. Πως κάτι ψηφίζουν, κάτι προτιμάνε. Κάτι διαλέγουν οι καραγκιόζηδες, όσοι γεμίζουν πάλι με νερομπογιές τους τοίχους. Άντε να χαθείτε, μαλάκες, που μια ζωή τρέχετε πίσω από τον κάθε σωτήρα σας.

Χέστε, ρε, τους προφήτες και βάλτε τους σ’ ένα σκουπιδοτενεκέ. Δεν τους χρειαζόσαστε, ρε. Είναι κοροϊδιλήκι μετά από 70 χρόνια, όταν ψοφήσετε, να έρθουνε από πάνω σας και να σας πούνε το ποίημα. Και απ’ όπου να προέρχονται, απ’ όλα τα μέρη του κόσμου, θα κάτσουν να μάθουν την αρχαία εβραϊκή. Σα να κάτσω εγώ, δηλαδή, να μάθω γερμανικά, αγγλικά, ιταλικά. Είναι αδύνατον να κάτσεις να γράψεις κάτι, χωρίς να έχει σχέση με το αλφάβητο σου. Δεν μπορείς να μιλήσεις μια γλώσσα, η οποία δεν έχει καμία σχέση με τις γεμάτες φωνήεντα δυτικές γλώσσες. Και όταν πεθάνουν, λέει, πρέπει οι πατούσες των ποδιών, όταν τους θάβουν, να είναι στραμμένες προς τα εκεί, το Ισραήλ.

Γελάω, ρε. Εγώ γελάω μ’ όλους τους προφήτες και τους σωτήρες, είτε Γκεβάρα τον λένε, είτε Χομεϊνί, είτε Αλλάχ Γιουσούφ. Δεν κρατιέμαι και μου βγαίνει άφθονο το γέλιο. Και βλέπουν οι πονηράτζες το χάλι σας και σου λένε εντάξει πάει το καράβι,. Τα λέω λιγάκι μπερδεμένα σήμερα, αλλά να δουλέψει και λίγο το νονιό, να τα ξεμπερδεύει. Είχε έρθει στον Άρειο Πάγο ο Παύλος, για να βγάλει λόγο και μαζεύτηκαν 5.000 Αθηναίοι. Και τον άκουσαν να τους λέει, ότι εγώ είμαι εκπρόσωπος του θεού και ότι ο δικός μου ο θεός σήκωσε ένα παράλυτο κι έκανε να δει ένας τυφλός, και ζωντάνεψε έναν πεθαμένο. Και μόνο μάπες δεν πέσανε από κάτω. Τι είναι αυτά που μας αραδιάζεις, τι είναι αυτά που ήρθες να μας πεις; Δεν σέβεσαι, τίποτα, κύριε Παύλο, του είπανε οι Αθηναίοι. Δεν βλέπεις γύρω σου τους ναούς, την αρχιτεκτονική, τα πανεπιστήμια, τους ολυμπιακούς αγώνες, τα στάδια, δεν ξέρεις τίποτα για την φιλοσοφική μας Σκέψη; Είσαι καραγκιόζης. Ήρθες να τα πεις αυτά τα σάπια. Μας λες για τον Βαγγελάκη, ότι γεννήθηκε με τρία πόδια. Και έχεις την απαίτηση να μασήσουμε ότι ο στραβός ο Γιαννάκης στη γωνία βγήκε το φως του και την άλλη μέρα και διάβαζε σφηνοειδή γραφή. Τι είναι αυτά που μας λες; Πως ο παράλυτος ο κυρ-Κώστας δεν μπορεί να χέσει και θα πηδήξει αύριο 19 μέτρα στο τριπλού κι εμείς θα το χάψουμε. Δεν ντρέπεσαι, ήρθες εδώ, σ’ εμάς για να μας πεις ότι ο θεός σου έδωσε πιστοποιητικά κι έκανε καλά 26 μάντρες με παράλυτους.

Εμείς έχουμε σοβαρούς θεούς, εδώ στην Ελλάδα. Εμάς οι θεοί ΔΕΝ ΚΑΤΕΒΗΚΑΝ ΠΟΤΕ ΚΑΤΩ ΣΤΗ ΓΗ. Ούτε έκαναν τον στραβό να βλέπει, ούτε τον παράλυτο να τρέχει σαν παλαβό. Πάρε το κρεβάτι σου και περιπάτει. Σηκώθηκε ο παράλυτος και περπάτησε και μετά πηδούσε επί κοντώ. Το παραμύθι. Πώς, όμως, ο άλλος θα πιστέψει; Οι πραγματικοί θεοί δεν έχουν ανάγκη από θαύματα. Μέσα σου τους βλέπεις. Μέσα σου τους έχεις. Μέσα σου ζουν. Εμείς τους θεούς μας τους έχουμε και τους βλέπουμε. Τους κάνουμε αγάλματα και τους βλέπουμε. Τους έχουμε φτιάξει ωραίους. Και βλέπεις μπροστά σου την κορμάρα. Την Αφροδίτη. Την γυναικάρα και λες πότε να χυμήξω να την φάω ολόκληρη. Βλέπεις τον Απόλλωνα, έναν παίδαρο δύο μέτρα, με τα μπράτσα του γυμνωμένα και λες μακάρι να ήμουνα γκόμενα, να μου το έκανε 17 επί 17. Και βλέπεις τη φάτσα του αγίου Σουλπικίου και της οσίας Πουλχερίας και σου φεύγει η ψυχή ανάποδα. Βλέπεις εκείνη την ξερακιανή καμπουρωτή μύτη, ντυμένη από πάνω έως κάτω σαν πορτατίφ, να σε κόβει με εκείνα τα βαθουλωτά μάτια, όλο ζοχάδα, κακία και στέρηση.

Τι δουλειά έχει το ένα με το άλλο; Το ένα ντρέπεται γι’ αυτό που είναι. Το άλλο με καμάρι δείχνει αυτό που είναι. Και έρχεσαι σε μένα, που αποθεώνω το γυμνό, σε μένα που δέχομαι τη Φυσική Σκέψη, σε μένα τον γεννήτορα της Γνώσης και θέλεις να με συμβουλεύσεις, τι;

Διαβαστε ακομα:

ΓΙΑ ΜΙΑ ΣΩΤΗΡΙΑ ΖΟΥΜΕ, ΡΕ, ΓΑΜΩΤΟ