ΗΘΕΛΑΝ ΝΑ ΚΤΙΣΟΥΝ ΤΟΝ ΤΟΙΧΟ ΜΕ ΤΟ... ΣΤΟΜΑ

 
Πήγα στο καφενείο που κάνουν πιάτσα οι οικοδόμοι και μίλησα με τρεις κτίστες. ''Παιδιά, έχω πρόβλημα με τις βροχές στο κτήμα, που είναι κατηφορικό. Ανάγκη να σηκώσω έναν τοίχο καμία δεκαπενταριά μέτρα μήκος και διόμισυ ύψος, για να συγκρατιούνται τα χώματα''. Συμφωνήσαμε. Πράγματι την επόμενη ημέρα οι άνθρωποι ήταν συνεπείς στο ραντεβού μας, να ξεκινήσουν τη δουλειά.

Πέρασε μια ολόκληρη ημέρα χωρίς να κάνουν τίποτα! Οι άχρηστοι. Τσακωνόντουσαν συνεχώς. Για ποιο λόγο; Είχανε τα δικά τους. Τα προσωπικά τους.

- Ρε, παιδιά, με τη δουλειά τι θα γίνει; Εγώ σας φώναξα να σηκώσετε το τοίχωμα, όχι να σας βλέπω να μαλώνετε.
Κι όμως. Στο τέλος της ημέρας δεν είχαν καν βάλει μπροστά τη δουλειά.

Πληρώνω τους βουλευτές. Πληρώνω και τα κόμματα τους. Γιατί; Να κάνουν μια δουλειά, όχι να βρίζουν οι μεν τους δε. Τι κόλπο είναι αυτό! Το να λες κάθε μέρα, να λες και να μην κάνεις τίποτα άλλο, δεν βγαίνει τίποτα. Φοβερά και αηδιαστικό. Να μην εργάζονται, να μην παράγουν και να λένε ότι …αγωνιζόμαστε.

- Ρε, τον τοίχο πότε θα τον κτίσετε; 
Με κοιτάνε περίεργα και τα τρία μαστόρια. ''Ποιον τοίχο, αφεντικό;''
- Ρε, τον τοίχο! Θα με τρελάνετε; Γι’ αυτό σας φώναξα, το ξεχάσατε.
 ''Α! Τον τοίχο λες…, ναι, ο τοίχος''. Και μου εξήγησαν. Ότι πλακώνονται στα μπινελήκια και έχουν αφήσει κατά μέρος τη δουλειά διότι έχουν τις... διαφωνίες τους. Δηλαδή; Ε, να, για το πως θα κτίσουν καλύτερα τον τοίχο.
Διαβαστε ακομα: