ΑΦΗΣΤΕ ΤΟΝ ΛΑΟ ΝΑ ΒΟΥΤΗΞΕΙ...

 
(ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΟ να αναφερθεί, πριν ξεκινήσει η ανάγνωση, ότι το σεντόνι γράφτηκε και δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Ιανουάριο του 2004 .Άρα διαβάζεις αράδες ηλικίας και αξίας εικοσαετίας.)
 

Αυτό που συνέβη τα τελευταία 20 χρόνια στην Ελλάδα ουδέποτε καταγράφηκε στην παγκόσμια Ιστορία και ουδέποτε μπήκε σε κανένα βιβλίο Γκίνες. Ποτέ των ποτών δεν εμφανίστηκε σε κανένα τόπο μία πολιτική παρέα να καταφέρει να πείσει τον λαό να γίνει φτωχότερος κι όχι μόνον αυτό, αλλά και να τρώει το ψωμί των επόμενων 27 γενεών. Όχι να τσουρνέψει μόνο από μια γενιά του μέλλοντος, αλλά από 27 γενιές σερί. Έτσι με τον ρυθμό ''ανάπτυξης'' σήμερα η Ελλάδα και με το πλεόνασμα της, το υποθετικό, για να ξεπληρώσει τα χρέη της τελευταίας 20ετίας θα χρειασθεί 4.732 χρόνια, για να είμεθα ακριβείς. Τόσο διάστημα, δηλαδή, όσο ζούνε 16 χελώνες γκαλαπάγκος, η μια πίσω από την άλλη.

 

Λοιπόν. Από τον μέσο πολίτη, εδώ και 25 χρόνια, του βουτάνε τα δυο πέμπτα του μισθού του. Ενώ μια εικοσαετία πριν ο μέσος πολίτης, ο μέσος εργαζόμενος είχε την δυνατότητα να κάνει οικονομία μέχρι το 35% από τα έσοδά του. Να βάζει στην πάντα, που λέμε. Σήμερα; Για να καλύψει τις βασικές του ανάγκες, για να τη βγάλει ο φουκαράς υποχρεώνεται να δανείζεται μέχρι το 25% απ’ όσο είναι ο μηνιαίος του μισθός. Αυτά ισχύουν τώρα. Πόσο θα χειροτερέψει το πράμα, άστο καλύτερα. Μην το βάλουμε στο κομπιούτερ.

Τη δεκαετία του '80 ο μέσος πολίτης εξασφάλιζε το 35% των αποδοχών του για πάρτη της επόμενης γενιάς. Για το παιδί του δηλαδή, και για το παιδί του παιδιού του. Που αλλού να πήγαιναν οι καβάτζες του; Όχι, βέβαια, στην ενορία της γειτονιάς του. Μόνον αν είσαι βαρεμένος, μόνον αν έχεις προσωπικό πρόβλημα, πνευματικού ή, συνειδησιακού χαρακτήρα, θα ακουμπήσεις τα λεφτά σου, κάποια περισσέματα στο φιλόπτωχο ταμείο της εκκλησίας.

Σήμερα, λοιπόν, τρως από το ψωμί των παιδιών σου. Μέχρι και το 25%. Τόσο τους κλέβεις. Και το χρέος σου δεν θα πνίξει μόνο εσένα, αλλά και τα παιδιά σου, και τα εγγόνια σου. Ήταν πολύ σωστός ο Ανδρέας Παπανδρέου όταν είπε ''Ο Λαός Στην Εξουσία''. Διότι ο Ανδρέας ήταν δημοκράτης, ήταν σοσιαλιστής. Και ο Αριστοτέλης, μιλάμε τώρα για τον Αριστοτέλη τον σοφό, τον πάνσοφο, τα είπε καθαρά, ολοκάθαρα για το τι ακριβώς είναι το πολίτευμα της Δημοκρατίας. Είναι ένα καλό, ένα χρήσιμο πολίτευμα η δημοκρατία, είπε η τεράστια σκέψη του Αριστοτέλους, αρκεί να αφορά τους αυτόβιους. Αυτούς, δηλαδή, που μπορούν να ζουν μόνοι τους. Αυτούς που με την δουλειά τους, το μυαλό τους, την ικανότητά τους, μπορούν να την βγάζουν μόνοι τους κι όχι να περιμένουν να τους συντηρούν οι άλλοι.

Δεν είναι δυνατόν να έχεις δημοκρατία και από τη μια να ζουν στην ίδια κοινωνία ο δουλευτής, ο προκομένος και από την άλλη το λαμόγιο, το τεμπελόσκυλο. Δεν είναι μια δίκαιη κοινωνία αυτή. Δεν είναι δίκαιο πολίτευμα αυτό. Να παράγει ο ένας και ο άλλος να μην παράγει. Η, μάλλον να τρώνε και οι δυο, όμως με την δουλειά, με το ψωμί μόνον του ενός.

Ο αυτόβιος, δηλαδή όποιος πατάει στα δικά του πόδια, και δεν έχει ανάγκη να τον τσοντάρει η πολιτεία, έχει δικαίωμα ψήφου. Σωστό. Δεν είναι δυνατόν να ψηφίζει, να αποφασίζει για τα κοινά ο της προσκολλήσεως, το ρουφηκτήρι, ο ζητιανάκιας, ο αρπακτικούλης. Αυτό δεν είναι σωστό.

 

Ο αυτόβιος τι περιμένει από τις εκλογές; Να προστατεύσει τα κεκτημένα του. Αυτό τον ενδιαφέρει. Και γι’ αυτό διαλέγει τον ικανώτερο πολιτικό, τον καλύτερο. Περιουσία έχει ο αυτόβιος, μπίζνες κάνει, δεν είναι μαλάκας να επιλέξει έναν πολιτικό που θα λαμογιάρει με λαμόγια και θα πουλάει παραμύθι στον λαό.
Όπως, λοιπόν, ο αυτόβιος, είτε είναι αυτοδημιούργητος, είτε τα βρήκε έτοιμα από τον πατέρα του, επιλέγει τον καλύτερο μάνατζερ, τον καλύτερο μηχανικό, τον καλύτερο υπάλληλο, έτσι ακριβώς ψηφίζει και τον καλύτερο πολιτικό. Το πολίτευμα, λοιπόν, που βολεύει τον αυτόβιο είναι εκείνο όπου επιλέγεται ο καλύτερος πολιτικός. Κι αυτό θα συμβεί όταν ψηφίζουν πολίτες με συμφέροντα που στηρίζονται στην παραγωγή, στη δημιουργικότητα και όχι στο αέρα μπανά και στο όπως κάτσουν και όπως έρθουν τα πράγματα και στα τέτοια μας αν το δημόσιο ταμείο φαληρήσει και ποτέ δεν ρεφάρει. Δεν είναι αντιδημοκράτης, αλλά δεν είναι και τρόμπας ο αυτόβιος. Να γουστάρει ένα πολίτευμα στο οποίο να έχουν λόγο και τα μπατήρια, και τα λαμόγια. Τότε η πολιτεία θα χρεοκοπήσει. Και χρεοκοπία του κράτους σημαίνει χρεοκοπία και καταστροφή των εχόντων, όχι των μη εχόντων.

Η μαλακία πολίτευμα είναι όποιο δίνει δικαίωμα ψήφου στους μη αυτόβιους. Στους έχοντες εξαρτημένη εργασία, δηλαδή. Σ’ αυτούς που δεν έχουν δική τους εργασία, αλλά εργάζονται σ’ αλλουνού την δουλειά. Κι όλοι αυτοί είναι οι περισσότεροι. Είναι, λοιπόν, δυνατόν να αποφασίζουν οι περισσότεροι για τους λίγους; Οι περισσότεροι, δηλαδή οι μη αυτόβιοι, θα διαλέξουν όχι τον πολιτικό που θα λύσει τα προβλήματά τους, αλλά το ρεμάλι πολιτικό που θα υποσχεθεί αέρα πατέρα χαρτοπόλεμος ότι θα καλύψει τις ανάγκες τους.

 

Είπαμε. Δεν είπαμε; Οι λίγοι είναι αυτοί που ενδιαφέρονται για την προκοπή της χώρας. Διότι τα μεγάλα ή μέτρια οικονομικά προσωπικά τους συμφέροντα είναι ταυτισμένα με την υγεία της οικονομικής κατάστασης του δημοσίου ταμείου. Από την άλλη, οι περισσότεροι, μάλλον οι περισσότεροι από τους περισσότερους είναι άνθρωποι που δεν μπόρεσαν να κάνουν τίποτα στη ζωή τους. Είτε διότι είναι ανίκανοι, άχρηστοι, αδιάφοροι, είτε άτυχοι και μην το ψάχνουμε πολύ.

Όταν, λοιπόν, έχεις τους αποτυχημένους κι αυτοί είναι οι περισσότεροι σε μία χώρα, τότε θα τους ισοπεδώσεις όλους, αυτόβιους και εξαρτημένους, δίνοντάς τους ψήφο, διότι αυτό επιβάλλει η… δημοκρατία. Δεν γίνονται αυτά τα πράγματα. Δεν γίνεται, δηλαδή, η πολιτεία να αντιμετωπίζει τον εργοδότη το ίδιο μ’ αυτόν που παραδίδει τον εαυτό του, την εργασία του, σ’ έναν εργοδότη. Γιατί, κύριε, γίνεσαι υπάλληλος του αλλουνού; Διότι είσαι μαλάκας ή είσαι βλάκας ή είσαι τεμπέλης. Γενικώς έχεις αδυναμία ή ατολμία να ξεκινήσεις τη ζωή σου με τις ίδιες προϋποθέσεις σε σύγκριση με τον αυτόβιο ή τον υποψήφιο αυτόβιο. Αυτή είναι η πραγματικότητα. Δηλαδή; Άλλο προσπαθώ πολιτικά να φτιάξω μία άλλη κοινωνική πραγματικότητα, όπου όλοι θα έχουν ίσες ευκαιρίες, κι άλλο να έχεις κοινωνία που εξαρτάται το ίδιο και από τον εργατικό και από τον τεμπέλη, τον αραχτό, τον μη φιλόδοξο, όποιον δεν έχει καμία διάθεση να παλαίψει για το περισσότερο.

Έτσι είναι η ζωή. Γεννάει τους λίγους που θέλουν πολλά και με διάθεση να δουλέψουν, να παράξουν, γεννάει και τους πολλούς από τους οποίους αρκετοί το μόνο που τους ενδιαφέρει είναι ένα. Ποιο; Το βόλεμα. Και δεν υπάρχει πιο γλυκό βόλεμα, πιο χρυσό βόλεμα στις δημοκρατίες από τον διορισμό στο δημόσιο. Διορισμός δεν σημαίνει, για να μην παραξηγηθούμε, να διοριστούμε για να δουλεύουμε. Όχι τέτοια πράγματα. Διορισμός στο δημόσιο σημαίνει ρουφιανιλήκι, τσατσιλήκι, αραλίκι. Πήρες χαμπάρι; Λοιπόν. Όταν είσαι βολεψίας δεν είναι δυνατόν να είσαι και πολίτης. Άσε, τώρα. Για ποια δημοκρατία μιλάμε όταν αποφασίζουν οι μη πολίτες; Κάποιοι, δηλαδή, που δεν νοιώθουν ότι είναι κομμάτι της πόλεως, με την έννοια ότι χωρίς αυτοί να τσοντάρουν στην πόλη, η πολιτεία οφείλει να τους συντηρεί, να τους βολεύει.

Πάνγατοι οι πασόκοι. Για πλάκα τους έχουν τους γάτους. Μιλάμε για πάνγατους. Ποια δημοκρατία και ποιος σοσιαλισμός; Αυτοί έφτιαξαν ένα απίθανο κατασκεύασμα. Μια άπαικτη επινόηση. Μία ανεπανάληπτη εφεύρεση, όπου έβαλαν στο κόλπο άτομα τα οποία ουδέποτε παρήγαγαν έργο, ουδέποτε είχαν διάθεση να εργαστούν για το γενικό καλό, το κοινωνικό καλό. Ελάτε όλοι εσείς που παρ’ ό,τι πεινάτε, όμως δεν έχετε ούτε σκέψη να δουλέψετε. Ελάτε, κύριοι, να γίνετε σύντροφοι, να τρώμε μαζί, εμείς να ξεσκίζουμε κι εσείς να γλύφετε κόκκαλα, κι ό,τι ψαχνό περισσέψει. Μαζί, όμως όχι και την ίδια μερίδα φαγητό. Έτσι ξεκίνησε το βόλεμα. Δυστυχώς για την Ελλάδα, δηλαδή δυστυχώς για τους πραγματικούς εργαζόμενους, ένα τεράστιο ποσοστό εργασιακού και ηλικιακά προσφερόμενου δυναμικού της χώρας στελεχώθηκε στο στρατό των κοπρόσκυλων που έστησε το ΠΑΣΟΚ.

Το φοβερό είναι ότι διαιωνίζεται το γένος των ανίκανων. Τους παρέλαβαν ανίκανους, απρόθυμους για παραγωγή, για προσφορά υπηρεσιών αναγκαίων για το κοινωνικό σύνολο και τους μεταμόρφωσαν στην χειρότερη μορφή αρπακτικών της παγκόσμιας πολιτικής Ιστορίας. Έχουν γίνει τρομακτικά πράγματα, κύριοι. Δεν υπήρχε πριν 20 χρόνια έμπορος που συνειδητά θα υπέγραφε επιταγή εν γνώσει του ότι δεν πρόκειται να την εξοφλήσει. Αν το έκανε αυτό θα χαρακτηριζόταν «μαύρο πρόβατο» στην πιάτσα και δεν θα είχε αύριο. Ήταν άγνωστοι πριν από δυο δεκαετίες αυτοί οι «κανόνες» οικονομικής ηθικής, αυτή η «λογική» ανταποδοτικότητας. Η πριν το 1980 ηθική και κοινωνική τάξη πραγμάτων πήγε περίπατο. Δεν χρειαζόταν. Καταργήθηκε.

Βόλεμα. Είναι συγκλονιστική η ιδεολογία του βολέματος. Δεν παίζεται με τίποτα. Είναι ΑΔΥΝΑΤΟΝ να κερδίσεις πολιτικό αντίπαλο που… ιδεολογικά στηρίζεται στο βόλεμα, και όλα τα έχει ντύσει με το κοστούμι του βολέματος. Και οι αρχιερείς αυτής της πολιτικής πραγματικότητας ποτέ δεν τιμωρούνται, αντίθετα επιβραβεύονται και τους δίνουν το όνομα σε λεωφόρους και πλατείες και τους ανανεώνουν την εμπιστοσύνη, διότι υπάρχει ένα πολίτευμα στο οποίο δεν ομιλεί ο κυρίαρχος λαός, ομιλεί η επικυρίαρχη πλέμπα.

Του έφυγε μία κουβέντα του Μητσοτάκη. Θες λόγω ηλικίας, λόγω μαλακίας, αδιάφορο. Εκείνο που έχει σημασία είναι ότι ο ψηλός είπε μία αλήθεια. Πρέπει να σφίξουμε το ζωνάρι. Αυτό είπε ο βρυκόλακας της πολιτικής ζωής. Και την άλλη μέρα έγινε της πουτάνας στην Ρηγίλλης. Τι μαλακία είπε ο άνθρωπος, είπαν αυτοί που δεν κρατιούνται να γίνουν κυβέρνηση. Διότι γνωρίζουν πολύ καλά και οι νεοδημοκράτες ότι με την πλέμπα δεν τα βγάζεις πέρα. Τι, δηλαδή; Να πεις στην πλέμπα να μη βολευτεί, να ξεβολευτεί, να μην αρπάξει. Τι είναι αυτά, ρε;

Πλέμπα είναι. Ούτε πρωθυπουργό θέλουν, ούτε κυβέρνηση. Στα παπάρια τους. Πλέμπα είναι. ΤΙ υπάρχει γι' αυτούς περιμένουν να ακούσουν. Στα παπάρια τους αν ο κομματάρχης τα έχει βρει με τους νταβατζήδες καναλάρχες και εκδοτάρχες, αυτή την καταραμένη φυλή της μεταπολεμικής Ελλάδος που συνωμοτικά με μπινέδες μεγαλοεπιχειρηματίες καταβρόχθησαν, κατάπιαν την χώρα. Ο λαμόγιος ψηφοφόρος απαιτούσε το μερίδιο του από το ξέσκισμα, από το φαγοπότι. Τον Κλέωνα θέλουν, όχι τον Νικία, τον ενάρετο. Τον Κλέωνα τον μεγαλοεπιχειρηματία, τον ακαδημαϊκό της διαπλοκής, τον αρχιμιζαδόρο. Αποθήκες με στάρια είχε η αρχαία Αθήνα και είπε ο Κλέων η χαμούρα '' Αφήστε τον λαό να βουτήξει, φουκαράδες είναι, θέλουν να φάνε...''.

Αυτή είναι η δημοκρατία για τον Κλέωνα. Η βουταρία. Και τα εργοστάσια του Κλέωνα να δουλεύουν στο φουλ για να συνεχίζεται ο Πελοποννησιακός πόλεμος και η κόντρα με την Σπάρτη. Γουστάρουνε αυτή τη δημοκρατία. Να κονομάνε οι ολίγοι οικονομισάριοι και οι ολίγοι πολιτικοί αφανείς συνέταιροι. Και να 'ναι βολεμένη η πέμπλα. Όλος αυτός ο όχλος της πλέμπας που χόρευε επάνω στα Μακρά Τείχη. Φοβερά πράγματα.

Τα έβλεπαν αυτά οι Σπαρτιάτες, οι νικητές, οι κατακτητές της Αθήνας και δεν πίστευαν στα μάτια τους. Να γλεντάνε τα λαμόγια της Αθήνας, οι βολεψάκηδες να χορεύουν πάνω στα τείχη και στα αρχίδια τους που η πόλη τους ηττήθηκε στον πόλεμο. «Τι μπινέδες είναι αυτοί οι δημοκρατάρες…» σκεπτόντουσαν οι Σπαρτιάτες.

Καμάρωνε γι’ αυτά τα τείχη ο Περικλής, διότι συμβόλιζαν τη δύναμη και την αμυντική αντοχή των Αθηνών. Εικοσιτρία συνεργεία του Μπόμπολα, 17 συνεργεία από κατασκευαστικές εισηγμένες στο χρηματιστήριο δούλεψαν για να κτιστεί η μεγαλύτερη σειρά τειχών του αρχαίου κόσμου, 12 χιλιόμετρα από Αθήνα στον Πειραιά και όλο το πακέτο κόστισε 5.000 τάλαντα. Άσε τον οπλισμό που πάσαρε στο στρατό των Αθηνών ο Λιακουνάκος. Και του λέει του Περικλή ο Αρχίδαμος: «Εμείς οι Σπαρτιάτες δεν έχουμε φράγκο, αλλά δεν φτιάχνουμε τέτοια άλλοθι για να κονομήσουμε, δηλαδή να κτίσουμε τείχη, να ανοίξουμε αττικές οδούς, να στήσουμε τραμ, μετρό και άλλα τέτοια. Είμαστε απένταροι, όμως όχι φτωχοί».

Υπ’ όψιν ότι στην Αθήνα δεν είχε δικαίωμα ψήφου το προλεταριάτο. Οι «θύτες», όσοι δεν είχαν περιουσία. Μέχρι που ο Περικλής συμφώνησε στην προτροπή της γκόμενας του, της Ασπασίας, να δώσει ψήφο στους Θύτες. Από τότε μπήκε στη διαδικασία της χρεοκοπίας η αθηναϊκή δημοκρατία.

Ο Κλέων είχε και τα χυτήρια για να φτιάχνει όπλα, και τα ναυπηγεία για να φτιάχνει τριήρεις. Όχι για να ενισχύει στρατιωτικά την πόλη. Μόνο για την προσωπική του κονόμα. Δεν ήταν μπίζνεσμαν των επενδύσεων και της επιχειρηματικής λογικής. Ήταν του αρπάω, της διαπλοκής, γι’ αυτό ήταν ό,τι προλάβουμε και γι’ αυτό τον βόλευε να παίζουν μπάλα οι πεινασμένοι, τα λαμόγια, οι λεχρίτες και οι λουμπίνες. Γι’ αυτό και ο Κλέων έγινε πακέτο με τον προικισμένο και μπάνικο Αλκιβιάδη, τον μεγαλύτερο τυχοδιώκτη των πέντε ηπείρων. Χαίρετε.

Διαβαστε ακομα:

ΚΑΤΑΔΙΚΑΣΜΕΝΟΙ ΝΑ ΚΑΝΟΥΜΕ ΚΡΙΣΙΜΑ ΡΑΝΤΕΒΟΥ...