ΓΙΑΤΙ ΝΑ ΛΥΠΗΘΩ ΤΟ ΣΚΙΟΥΡΑΚΙ

 

Παρακολουθώ από μακριά, τουλάχιστον πεντακόσια μέτρα, το πετούμενο που κάνει τις βόλτες του κοντά στα 250 μ. υψηλά. Θαρρείς είναι ακίνητο, πώς δεν πεταρίζει με τα φτερά του. Άνευ διδασκάλου έμαθε να στέκεται στον αέρα, να πιάνει και τις μανούβρες του κόντρα και πρίμα στους ανέμους, πάντα στο ίδιο σημείο για κάμποσα λεπτά, όσο χρειάζεται για να εποπτεύει το έδαφος από κάτω του. Πετούμενο είναι αλλά έχει τον τρόπο του να μην πετάει, να μη μετακινείται και να ’ναι «καρφωμένο» στον ουρανό. Ό,τι κουνηθεί και του ταιριάζει για τροφή για πάρτη του ή για το παιδί του το γεράκι θα ορμήξει να το αρπάξει.

Τελείωσε η ζωή στο φουκαριάρικο ποντικάκι αν το πιάσει το βλέμμα του γερακιού. Το σκέφτηκες; Σε μένα ήρθε η σκέψη. Το ερώτημα σκέτος δυναμίτης.

Εγώ δεν βλέπω κανένα ποντίκι, ούτε σκουληκάκι. Εγώ ο μαλάκας βλέπω και σχεδόν συμπάσχω με την αγωνία του γερακιού που με μάτια σαραντατέσσερα τηράει συνεχώς προς τα κάτω, χωρίς καν να κουνάει τα φτερά του. Όσο δεν βουτάει προς το έδαφος το γεράκι τόσο ανησυχώ εγώ ο αρχιμαλάκας μήπως μείνει νηστικό, το ίδιο και το μικρό του που περιμένει στη φωλιά του να του φέρνει τροφή ο μπαμπάκας του.

Πέρασαν τριάμισυ λεπτά και το γεράκι, ίσως να ’ναι και γερακίνα, σίγουρα δίχως να χάσει το ηθικό του, την κοπανάει για άλλη γειτονιά. Η πεδιάδα καταπράσινη με δυο – τρεις αγροτικούς δρόμους μονάχα και πέντε – δέκα καλύβια σε μια περιοχή επτά περίπου τετραγωνικών χιλιομέτρων.
Και γαμώ τις αεροπορικές επιδείξεις το πλανάρισμα του γερακιού, προκειμένου να μετακινηθεί για κανά χιλιόμετρο παραπέρα. Και φρενάρει πάλι, αράζει σχεδόν στο ίδιο ύψος, όπως είχε ρίξει… άγκυρα στο προηγούμενο σημείο.
Το ερώτημα μου. Με ποιον είμαι εγώ; Με το γεράκι ή με το υποψήφιο θύμα του. Κι αν είμαι με το γεράκι, γιατί; Γιατί να μη θέλω να γλυτώσει ένα σκιουράκι που θα το μαγκώσει οπωσδήποτε αν το τσεκάρει το γεράκι.

Αρπακτικό, σαρκοφάγο το γεράκι, άρα, κύριε μαλάκα, για να ζήσει, να διατηρηθεί το είδος, θα τρώει άλλο πλάσμα του Θεού. Έτσι την έστησε τη δουλειά. Έφτιαξε έναν πλανήτη του πόνου. Της σφαγής. Το ένα ζώο να ξεσκίζει τις σάρκες του άλλου. Και γαμώ τα θεϊκά ντέρμπυ. Βέβαια. Ούτε ένα ζώο δεν είναι Διαβόλου πλάση, όλα τα δημιούργησε ο μεγαλοδύναμος.
Εγώ με ποιον είμαι, λοιπόν. Με το γεράκι ή με τον αρουραίο που να, ήδη δέχθηκε το πλήγμα από το φοβερό ράμφος του πτηνού.
Γεράκης ο πρωθυπουργός και αντιβασιλέας του Σιάμ πριν από 300 περίπου χρόνια. Έτσι λεγόταν ο Έλληνας, κυπριακής καταγωγής. Κωνσταντίνος Γεράκης και τον σκότωσαν, αφού τον βασάνισαν, αυτόν και την οικογένειά του οι ντόπιοι. Γεννήθηκε στην Κεφαλονιά και χρυσοπλούτισε στην Ινδία, αλλά όταν έμπλεξε με την πολιτική ο «Φάλκον», όπως ήταν το παρατσούκλι του, την πλήρωσε τελικά στον πόλεμο των… γερακιών που ξέσπασε εκεί. Τα γεράκια είχαν έρθει από Ολλανδία, Πορτογαλία και Γαλλία και ήθελαν να φάνε, όχι έντομα κι άλλα πουλιά, μικρότερα, αλλά γεράκια. Την πάτησε ο πρωθυπουργός του Σιάμ, ο Γεράκης διότι έκανε λάθος επιλογή, ήταν γαλλόφιλος, πολιτεύθηκε με τα γεράκια της Γαλλίας..

Ανοικτό το ερώτημα μας. Με ποιον είμαι εγώ, με το γεράκι ή με κάποιο άλλο ζωντανό που το άγριο πετούμενο θα το αρπάξει, και μαζί με τη λεία του, θα «ταξιδέψει» μέχρι τη γερακοφωλια, εκεί ανάμεσα στους βράχους του βουνού.

Ο σκηνοθέτης φτιάχνει το έργο και περιγράφει τη γεμάτη κινδύνους ζωή του λύκου. Καλλιτέχνης είναι ο σκηνοθέτης αλλά και έμπορας, που σημαίνει ότι ποντάρει στις μαλακισμένες ανθρώπινες ευαισθησίες του ανθρώπινου κτήνους, Δεν είναι γεράκι το δίποδο, να λυπηθεί το φίδι που θα σκοτώσει. Άνθρωπος είναι, βουτηγμένος στο ψευτορομαντισμό, και γι' αυτό θα τον κερδίσουν οι ανησυχίες, οι μοναξιές, οι επιθυμίες του λύκου.
Εύκολα τον παίρνει με το μέρος του λύκου ο σκηνοθέτης κι ξεχνάει ότι δικαίωμα ζωής έχει και το προβατάκι, και η κοτούλα. Του λύκου αντικείμενα τροφής.
Το ίδιο ισχύει αν κάποιος άλλος σκηνοθέτης κάνει σινεμά το οδοιπορικό ενός δελφινιού ή μιας φώκιας. Μ’ αυτό το ζωντανό θα ταχθεί ο θεατής, όχι με τα ψαράκια που καταβροχθίζουν.

Αυτή είναι η «υπεροχή» του ανθρώπου, του τέλειου όντος, να ξεχωρίζει το... καλό από το κακό. Καλή η αρκούδα, κακό το λιοντάρι. Κι αν η αρκούδα σκοτώνει ένα ελάφι, ε, τότε αυτή γίνεται ο κακός του έργου.

Μαλακία του ''πολιτισμένου'' και σκεπτόμενου ανθρώπου είναι ότι ξεχωρίζει πάλι τόσο εύκολα, τόσο μονόπλευρα την τίγρη από την αντιλόπη. Το λιοντάρι, όμως, όπως και το γεράκι δεν σκοτώνει από μίσος, ούτε από αντιπαλότητα. Για να ζήσει το ίδιο εξαφανίζει αδιάβαστο ένα άλλο πλάσμα του παππού.