ΣΙΝΕΜΑ ΕΙΚΑΣΤΙΚΟΥ ΜΕΓΑΛΕΙΟΥ

 

Μπαίνω στο σινεμά, το Αττικόν, Σταδίου, ώρα 2-4, κάθε μέρα η ζώνη χαλάρωσης για μένα, που δούλευα από το πρωί στις 9 μέχρι αργά το βράδυ. Τρέξιμο όλη μέρα για το μεροκάματο, σε δύο ημερήσιες εφημερίδες ταυτόχρονα, μία πρωινή, μία απογευματινή, και δουλειά ατελείωτη σε εκδοτικό οίκο. Το καλύτερό μου για δύο ώρες απομεσήμερο μια ταινία.

Δεν ήξερα τι θα δω, έτος 1980, πέφτω στο Kagemusha-Ο Ίσκιος του Πολέμου, σκηνοθεσία Ακίρα Κουροσάβα. Έπαθα. Έβλεπα τη μια σκηνή μετά την άλλη, μια αλυσίδα εικονογραφική με πλάνα εικαστικού μεγαλείου, που με τον πιο καθηλωτικό τρόπο σε ταξίδευαν στη φεουδαρχική Ιαπωνία, μιας εποχής και κοινωνίας ξένης στη Δύση.

Άρχισα σαν τρελλός να διαβάζω ιστορικά βιβλία για να πλησιάσω την μεσαιωνική Ιαπωνία των σαμουράι και να βρω απαντήσεις για τους καμικάζε του Β' παγκοσμίου πολέμου.

Έχω δει στο video 117 φορές το Καγκεμούσα και άλλες τόσεςτο επικό Ραν, κι αυτό του Ακίρα Κουροσάβα. Είναι ταινίες που δεν τις χορταίνεις, που δεν σταματάνε να σου δίνουν. Ακόμα κι αν τις δεις σαν ταινίες πολεμικές, σε σύγκριση μ΄αυτές οι περισσότερες του Χόλυγουντ είναι επιπέδου Μίκυ Μάους.

Από τον κινηματογράφο του Κουροσάβα γνώρισα τον θρυλικό ηθοποιό συμπατριώτη του Τοσίρο Μιφούνε, για τον οποίον ο αποδυτηριάκιας έχει γράψει σεντόνι.

Ο Κουροσάβα γεννήθηκε 23 Μαρτίου, σα σήμερα το 1910 και πέθανε από εγκεφαλικό 6 Σεπτεμβρίου το 1998. Γεννήθηκε από γονείς που έκαναν εννέα παιδιά, και την πρώτη του ταινία την γύρισε το 1945, με τίτλο “Αυτοί που πάτησαν την ουρά της τίγρης”. Αυτός, το 1951, έκανε γνωστό τον γιαπωνέζικο κινηματογράφο με τη βραβευμένη ταινία του στο φεστιβάλ της Βενετίας, το εμβληματικό “Ρασομόν-Η γκέισα και ο Σαμουράι”.

Διαβάστε ακόμα:

Ανθρωπος στο φεγγάρι το όνειρό του