ΕΝΑΣ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΠΟΛΛΟΥΣ ΤΗΣ ΡΩΜΙΟΣΥΝΗΣ

 

Και οι δυο ήταν Ζακυνθινοί, σχεδόν συνομήλικοι, ο λαϊκός Ανδρέας Κάλβος, που γεννήθηκε το 1792, ο άλλος ο αριστοκράτης Διονύσιος Σολωμός, του 1798. Η παραγγελιά για τον Εθνικό Ύμνο δόθηκε στον κόμη, που έγραφε ποιήματα στη γλώσσα του λαού, τη λαϊκίζουσα. Ο Κάλβος έγραφε στην αρχαΐζουσα. Οι δυο τους, ογκόλιθοι της ποίησης, δεν είχαν ούτε καλημέρα, ας ήταν τόσο κοντινά τα σπίτια τους στο νησί.

ΠΕΡΙΦΗΜΑΙ ψυχαί
Τριακοσίων Λακώνων,
Ψυχαί, αϊπού εδοξάσατε
Τον Ασωπόν και τ' άλσος
Του Μαραθώνος.

ΕΥΦΡΑΙΝΕ με το αθάνατον
Μέτρον τας Αχαϊδας
Χήρας ο θείος Όμηρος,
Και το πνεύμα σας άναπτε
Το ίδιον μέλος.

ΤΟΥ καρτερού Αιακίδου
Την φήμην εζηλεύσατε
(Αείμνηστος, Θαυμάσιος,
Ζήλος) και τ' αίμα εχύσατε
Διά την Ελλάδα.

ΚΑΙΓΩ, καίγώ το σίδηρον
Γυρεύω ποιος μου δίδει
Τας βροντάς του πολέμου;
Ποιος μ' οδηγεί την σήμερον
Εις τον αγώνα;

ΦΟΒΕΡΟΝ, μυσαρόν
Θρέμμα σκληράς Ασίας
Οθωμανέ τι μένεις;
Τι νοείς; τι δεν φεύγεις
Τον θάνατόν σου;

Απόσπασμα από την Ωδήν “Εις Δόξαν”, από τη συλλογή Ωδαί του Ανδρέα Κάλβου, που πέθανε σα σήμερα, 3 Νοεμβρίου, το 1869. Μα, έμειναν οι στίχοι του, οι Ωδές του που έγραψε το 1824 ο περιπλανώμενος ποιητής, που θάφτηκε μαζί με την Αγγλίδα γυναίκα του στην πατρίδα της.

Μουτράκλα ο πατέρας του Ανδρέα, ψευτοαξιωματικός μισθοφόρος στον βενετσιάνικο στρατό κατοχής, άρπαξε τα δυο παιδιά του, εγκατέλειψε την γυναίκα του και εγκαταστάθηκε στο Λιβόρνο. Το ρεμάλι παρατάει στην τύχη τους και στην Ιταλία τα δυο αγόρια του. Ο Ανδρέας Κάλβος γνωρίζεται με τον μέγιστο ποιητή Ουγκό Φόσκολο, που είχε γεννηθεί στη Ζάκυνθο και γίνονται κολλητάρια.

Πολιτικοποιημένος και με στενές σχέσεις με τις ένοπλες επαναστατικές ομάδες συμπατριωτών του, τους καρμπονάρους, ο Φόσκολο για να μη συλληφθεί την κοπανάει από την Ιταλία, από κοντά και ο Κάλβος.

Ποιητής. Ένας από τους πολλούς, τους αμέτρητους που γεννάει η ρωμιοσύνη, ο Ανδρέας Κάλβος στα 21 του χρόνια έγραψε τρεις τραγωδίες!

Διαβάστε ακόμα:

Θέλει κι οι ζωντανοί να δίνουν το αίμα τους