ΞΕΚΙΝΗΣΕ ΑΠΟ ΤΗΝ ΤΗΝΟ

 

Υπήρξε ένας από τους ωραιότερους άντρες της εποχής του, και ένας από τους μεγαλύτερους Έλληνας ζωγράφους με παγκόσμια ακτινοβολία. Τέτοιοι καλλιτέχνες δεν γεννιούνται ούτε συχνά, ούτε τυχαία.

Ένα από τα πιο αγαπημένα μου έργα όλων των εποχών, είναι η Ιστορία του Νικόλαου Γύζη. Όταν το πρωτοείδα το ερωτεύτηκα με την πρώτη ματιά. Μετά έπιασα τον εαυτό μου να το χαζεύει με τις ώρες. Ο Νικόλαος Γύζης έγινε από τους πιο αγαπημένους μου εικαστικούς καλλιτέχνες. Το παιδί που γεννήθηκε στο Σκλαβοχώρι της Τήνου την 1η Μαρτίου του 1842, έμελε να διαπρέψει με την τέχνη του και να γίνει παγκόσμια γνωστός.

Ήταν ένας από τους πιο σημαντικούς Έλληνες ζωγράφους του 19ου αιώνα της λεγόμενης «Σχολής του Μονάχου». Διακρίθηκε σε όλα τα χρόνια των σπουδών του και πήρε τα πρώτα βραβεία στην ξυλογραφία, τη ζωγραφική και τη χαλκογραφία. Ο Νικόλαος Γύζης ήταν ένα από τα έξι παιδιά του ξυλουργού Ονούφριου Γύζη και της Μαργαρίτας Γύζη. Το 1850, η οικογένειά του μετοίκησε στην Αθήνα και ο μικρός Νικόλαος άρχισε να παρακολουθεί μαθήματα στο Σχολείο των Τεχνών (μετέπειτα Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών), αρχικά ως ακροατής και, από το 1854 έως το 1864, ως κανονικός σπουδαστής.

Με το τέλος των σπουδών του, γνωρίστηκε με τον πλούσιο φιλότεχνο Νικόλαο Νάζο, με την μεσολάβηση του οποίου κέρδισε υποτροφία από το Ευαγές Ίδρυμα του Ναού της Ευαγγελίστριας της Τήνου, προκειμένου να συνεχίσει τις σπουδές του στην Βασιλική Ακαδημία Καλών Τεχνών του Μονάχου.

Τον Ιούνιο του 1865, ο Γύζης έφθασε στο Μόναχο, όπου συνάντησε τον συνάδελφο και φίλο του Νικηφόρο Λύτρα, ο οποίος τον βοήθησε στο να εγκλιματιστεί γρήγορα στο γερμανικό περιβάλλον. Ολοκλήρωσε τις σπουδές του στο Μόναχο το 1871 και τον Απρίλιο του 1872 επέστρεψε στην Αθήνα, για να μετατρέψει το πατρικό του σπίτι επί της οδού Θεμιστοκλέους σε ατελιέ.

Διαβάστε τη συνέχεια στο nikosonline.gr