Φυλακες, εξορια και διεθνη αναγνωριση

 

«Δε θέλω παρά να εκφράσω την αγάπη και τον ενθουσιασμό μου προς τη ζωή. Κάθε στιγμή που μου ανήκει, δεν θα ήθελα να είναι παρά ένας χαιρετισμός προς αυτήν. Να εκφράσω την αγάπη μου προς τον άνθρωπο και τη δικιά του ζωή, με τις χαρές, τα βάσανα και το μόχθο της. Προσπαθώ να εκφραστώ με τον πιο σαφή τρόπο. Αυτό το κάνω γιατί έτσι νιώθω», έλεγε η ίδια.

«Η Βάσω, γεννημένη και ζυμωμένη ως το κόκκαλο με το λαό, νανουρισμένη από τους μυθικούς και τους ανθρώπινους καημούς της λιμνοθάλασσας του Αιτωλικού, είχε φορτίσει την οπτική και συγκινησιακή της πείρα με μνήμες, όπου ο απλός, ο καθαρός και ευθύγραμμος στην αγωνία του για το “άγιον ήμαρ” λαός κυριαρχούσε. Και τούτος ο λαός του μόχθου, της μικρής μα άγιας θλίψης, της πείνας, της αρρώστιας, της ασφυξίας της χαμοζωής, μα και της ασύνορης λεβεντιάς του την κάλεσε κοντά του να τον τραγουδήσει με επικούς, ελεγειακούς και λυρικούς ρυθμούς», Μαρίνα Λαμπράκη Πλάκα (Διευθύντρια Εθνικής Πινακοθήκης).

Η Βάσω Κατράκη γεννήθηκε στο Αιτωλικό του Μεσολογγίου, στις 5 Ιουλίου 1914. Το Αιτωλικό είναι ένα μικρό νησάκι, που συνδέεται με τη στεριά με δυο μακριά πέτρινα γεφύρια με πολλές μικρές τοξωτές καμάρες. Ο πατέρας της Γιώργης Λεονάρδος ήταν κτηματίας και ψάλτης. Η μητέρα της ύφαινε ολοκέντητα λεπτά μεταξωτά και μπαμπακερά και πολύχρωμα μάλλινα κιλίμια. Είχε πάρει κι ένα χρυσό βραβείο σε μια Διεθνή Έκθεση στο Παρίσι. Είχε 3 ακόμα αδέλφια. Δύο αγόρια και ένα κορίτσι.

Από δικές της εξομολογήσεις έχουμε μάθει πως κρυφά, ονειρευόταν να γίνει ζωγράφος, αλλά της φαινόταν τόσο άπιαστα μεγάλο που δεν μπορούσε λογικά να χωρέσει στο μυαλό της. Μέχρι που…

H συνέχεια γι΄ αυτήν την μεγάλη Ελληνίδα, εδώ nikosonline.gr