ΜΙΑ ΒΟΛΤΑ ΣΤΗΝ ΤΡΟΥΜΠΑ ΤΩΝ ΜΠΟΥΡΔΕΛΩΝ

 
Μη ακούω αηδίες. Ανάβουν, λέει, και πάλι τα “Κόκκινα Φανάρια” στην Τρούμπα. Έλα! Επειδή άνοιξαν δυο ψευτομαγαζιά στην κακόφημη συνοικία του Πειραιά. Η Τρούμπα με τα μπουρδέλα της δεν αναβιώνει, έχει πεθάνει εδώ και περισσότερο από μισό αιώνα.45 χρόνια. Την διέλυσε ο χουντικός δήμαρχος Πειραιά, ο Σκυλίτσης, ένας μισογύνης, παρ' ό, τι ήταν μπάνικος, ομορφάντρας και ψιλοκαλλιτέχνης, στο επάγγελμα διαφημιστής.

Έγκλημα πολιτιστικό η εξαφάνιση της Τρούμπας, των “σπιτιών” στο λιμάνι. Καθάρισε, κύριε, την περιοχή, όμως δεν ξεκόβεις από την παράδοση, δεν σβήνεις το παρελθόν σου, την κουλτούρα σου. Αν ήμουν δήμαρχος θα μάζευα τα λείψανα της Τρούμπας και θα έστηνα κάτι μουσειακό, να θυμάται ο άλλος, να βλέπει ο νέος ποια είναι η Ελλάδα μας. Από ποια κύματα περάσαμε.

Από το 1940 άρχισαν να ξεφυτρώνουν τα μπουρδέλα Νοταρά και Φίλωνος, στους δύο παράλληλους δρόμους. Κι εκεί, στην άγια γειτονιά, γευόταν το προσκύνημα σε χρόνια που ο μέσος Έλληνας δεν γνώριζε τι θα πει γαμιστρώνας, ξενοδοχείο, δωμάτιο σε ξενοδοχείο για να κάνει την αρσενικ΄ξ του δουλειά.

Δεν υπήρχανε φράγκα. Ερωτικές φωλιές γινόντουσαν οι οικοδομές, όπου το ζευγαράκι ξάπλωνε στο τσιμέντο, επάνω σε εφημερίδες. Κι αν το κορίτσι φοβότανε να ανέβει σε σκαλωσιές, κινδύνευε να φάει ξύλο από τον πατέρα της. Γιατί αν πήγαινε με τον γκόμενο σε κανένα χωράφι, σε κανένα περιβόλι, στου Ρέντη, στο Γ' Νεκροταφείο, όλο και κάποιο χορταράκι στη μπλούζα της θα πρόδιδε τη σκανταλιά της.

“Πού ήσουνα, μωρή;”. «Καλέ, σινεμά πήγα με τη Σούλα» θα έλεγε, όμως ο μπαμπάς δεν ήταν κορόιδο. Αυτά που λες σε εποχή που η νεολαία πήγαινε σε πάρτυ με ρεφενέ και η βύζητα στην Τρούμπα, το 1950, ήταν 5 δραχμές.

Διαβαστε ακομα:

ΑΝ ΨΗΦΙΖΕ Ο ΘΕΟΣ ΘΑ ΓΛΥΤΩΝΑΜΕ