ΝΙΚΗΣΕ ΤΟ ΑΔΕΛΦΑΤΟ, ΛΕΙΠΕΙ Ο ΑΝΤΡΑΣ

 

Κλητήρα τον θέλει τον πρωθυπουργό το σύστημα που κουμαντάρει την Ελλάδα. Ένδεκα! Τι άλλο περισσότερο να περιμένεις από τον γίγαντα τον αποδυτηριάκια όταν με μία ενδεκάδα σου λέει την πιο μεγάλη αλήθεια της νεωτέρας Ελλάδος. Με μία ενδεκάδα λέξεων. Ένδεκα είναι. Κλητήρα τον θέλει τον πρωθυπουργό το σύστημα εξουσίας που έχει αναπτυχθεί και διαμορφωθεί τα τελευταία 20 χρόνια στην χώρα. Αυτό είναι το μυστικό. Κι αν δεν είναι κλητήρας, άντε το πολύ να τον αντιμετωπίζουν, επί της ουσίας, όπως μια τηλεφωνήτρια στις εταιρειών τους.

Εκεί έφθασε το πράμα. Ο πρωθυπουργός στην Ελλάδα, ο εκλεκτός του λαού, αν θέλει να τα περνάει καλά οφείλει να συμπεριφέρεται ως κλητήρας μας. Όπως το λέω. Δεν μας ενδιαφέρει αν το παίζει γίγαντας και πρώτος και λαϊκός ηγέτης απέναντι στον κοσμάκη, σ’ αυτούς τους μαλάκες που χειροκροτάνε με τις σημαίες των κομμάτων κάτω από τα μπαλκόνια.

Κάθε φορά που γίνονται εκλογές γράφω τα άντερά μου. Δεν γίνεται, όμως, να τα λέω όλα, να τα προλάβω όλα. Είναι μία καλή αφορμή οι εκλογές, αυτή η σούπερ αστεία ιστορία που λέγεται εκλογές, μία πολύ καλή ευκαιρία για να τα πεις. Όσα, όμως, και να πεις, όλο και κάποια μένουν στην καβάτζα. Έγινε και το ντημπαίητ. Άλλο ξεβράκωμα κι αυτό. Και, μάλιστα, έγινε το ντημπαίητ και με τις τσόντες μαζί. Όχι μόνον με τους δυο μονομάχους.

Το ξεβράκωμα, βέβαια, ήταν των δημοσιογράφων στο ντημπαίητ, όχι των πολιτικών. Α, να το πούμε κι αυτό. Η δημοσιογραφία παίζει δυνατά τα τελευταία χρόνια. Είναι πολύ μέσα και πολύ γερά στο παιχνίδι η δημοσιογραφία. Όπως στο λέω. Και πρόσεξε. Σε κάποιες φάσεις τρομάζουν και οι πολιτικοί που βλέπουν να τους αβαντάρουν ή να τους στήνουν νάρκες οι δημοσιογράφοι, που δεν είναι ούτε δικοί τους, ούτε του αντίπαλου μαγαζιού, θέλω να πω του άλλου κόμματος.

Είπαμε. Δεν είπαμε; Υπάρχει πλέον άλλο κέντρο αποφάσεων, πάνω από τα κόμματα, πέρα από τα κόμματα και το έχουν πάρει πρέφα οι αρχηγοί και τα στελέχη των κομμάτων. Βλέπουν, δηλαδή, τους διαπρεπείς και έγκυρους δημοσιογράφους, τους φιρμάτους και γυαλιάτους, να κάνουν παιχνίδι χωρίς οι κύριοι να είναι ούτε προσκείμενοι ούτε αντίθετοι.

Δεν έκαναν ερωτήσεις οι δημοσιογράφοι στο ντημπαίητ διότι δεν έπρεπε να εισπραχθούν απαντήσεις. Πρόσεξε καλά τι διαβάζεις. Το ντημπαίητ έγινε κι όλοι οι μαλάκες σχολίασαν ότι απέτυχε, ότι δεν βγήκε ουσία, ότι οι πολιτικοί ήταν κοινότυποι, στερεότυποι κι άλλα τέτοια. Μαλακίες. Δεν έχουμε απόλυτη εμπιστοσύνη στους πολιτικούς. Είναι δυνατόν να το ρισκάρουμε; Γι’ αυτό στο ντημπαίητ έγιναν ερωτήσεις ανάξιες για οποιαδήποτε σοβαρή απάντηση, για απαντήσεις με ουσία με περιεχόμενο.

Τα ειδικής καταγωγής αρπακτικά τα επισημαίνουμε από ενωρίς. Και επειδή όταν πρωτομπαίνουν στην δημοσιογραφία, με τους ανθρώπους μας γνωρίζουμε, τον βαθμό της απίστευτης αδιστακτοσύνης που κουβαλάνε, τα προσεγγίζουμε και τα επιστρατεύουμε. Είναι απολύτως βέβαιο ότι αυτά τα λαμόγια ποτέ δεν θα τολμήσουν να δαγκώσουν το χέρι του πραγματικού τους αφεντικού, δηλαδή το δικό μας. Κι αν χρειασθεί, χωρίς να τους το ζητήσουμε, θα κομματιάσουνε το χέρι και το πόδι και το κορμί ολόκληρο του αφεντικού που τους πληρώνει, δηλαδή του εκδότη τους, έτσι κι αυτός τους ζητήσει να στραφούν εναντίον μας. Αν ο εργοδότης τους τούς ζητήσει να υπηρετήσουν αυτόν και να θίξει εμάς τότε θα τον πουλήσουν στην στιγμή, θα τον πηδήξουν επί τόπου διότι προτιμούν βέβαια να είναι εργαλεία στη δική μας δούλεψη. Και τους θέλουμε πράγματι δημοσιογράφους, όμως να μη λένε. Να κραυγάζουν και να μην ακούγονται. Να εξηγούν και να μην ερμηνεύουν. Αυτή είναι η δουλειά τους. Και παίζουν σε στημένο γήπεδο. Στον άναρθρο κόσμο της αλεξίας. Γι’ αυτό δεν έγιναν ερωτήσεις ουσίας στο ντημπαίητ. Είναι τέτοιο το γήπεδο που ακόμα κι ένας δημοσιογράφος που δεν είναι στο κόλπο να δυσκολεύεται να παίξει μπάλα. Να μην έχει χώρο να ξεφύγει. Αυτό είναι το ντημπάιητ. Μιλάμε για να μιλάμε. Αλλοίμονο κι αν πέσουμε στην παγίδα και αναγκάσουμε τον άλλον, εννοώ τον πολιτικό, να ανοίξει τα χαρτιά του. Τότε θα μπούμε σ’ άλλη λογική.

Τζιτζιφιογκισμός. Κάποιος από τους δημοσιογράφους μίλησε στα εξήμισυ χρόνια του και η μάνα του το γιόρτασε μοιράζοντας γιαουρτόπιτες σ’ όλο το τετράγωνο της γειτονιάς. Ένας άλλος δημοσιογράφος μίλησε στα 40 του χρόνια, κι ένας άλλος ακόμα δεν έχει μιλήσει ενώ έχει πατήσει τα πενήντα. Κι όμως, αυτά τα ειδικής ψυχοσύνθεσης θρασύδειλα μουνόπανα που υπηρετούν συνειδητά το σύστημα, αυτοί οι χλεχλέδες που σκέπτονται μόνον τι θα αρπάξουμε, θεωρούνται προσωπικότητες, σχολιαστές, αναλυτές, παρατηρητές των πολιτικών μας πραγμάτων. Γιατί;

Εγώ θα σου πω γιατί. Και η απάντηση που θα σου δώσω, η εξήγηση που θα σας δώσω, εύκολα μπορείς να πεις ότι είναι άσχετη. Ότι δεν έχει σχέση με τη πολιτική. Κι όμως. Δεν έχεις απέναντί σου τον άνδρα. Αυτή είναι η απάντηση. Φτιάχθηκε αυτό το μόρφωμα το εκτός ουσίας με γκλάμουρ και φινέτσα και δήθεν ειδικότητα και αρμοδιότητα διότι λείπει ο αληθινός άντρας. Για να παίζει τέτοιον πούστικο ρόλο, άλλο ότι δεν τον παίρνει, πάει να πει ότι δεν έχεις δείρει στη ζωή σου. Δεν έχεις πλακωθεί μ’ άλλον άντρα. Δεν έχεις πονέσει στη ζωή σου, δεν έχεις υποφέρει οικογενειακά, οικονομικά, ερωτικά. Πάει να πει ότι γαμάει μόνον με το κωλοδάκτυλο. Πάει να πει ότι δεν έχεις καψουρευτεί την γυναίκα. Ούτε ποτέ υπερασπίστηκε αυτό που αγάπησε, πίστεψε μια ιδέα, μία ιδεολογία, με οποιοδήποτε τίμημα.

Παίζουμε μπάλα. Όχι, όμως, με το μυαλό και με την καρδιά. Αλλοίμονο. Αν το πάμε έτσι, τότε θα φύγουμε από την εξουσία και θα πάμε στην ουσία. Μετακίνηση ανεπίτρεπτη. Γι’ αυτό επιβάλλεται οι ερωτώμενοι και οι ερωτώντες να ανήκουν στο ίδιο νεφέλωμα του Τίποτα. Λέμε για να λέμε. Τα είπαμε. Δεν τα είπαμε; Μιλάμε για να μιλάμε. Τώρα, αν υπάρχουν, που υπάρχουν, αμέτρητες χιλιάδες μαλάκες, που καλύπτονται από το ντημπαίητ, την τηλεμαχία όπως κακώς την λένε έτσι, τότε καλώς. Πολύ καλώς. Για εμάς, πέτυχε το ντημπαίητ. Γι’ αυτό είπαμε σ’ έναν δικό μας δημοσιογράφο να κάνει ορθοφωνία και φωνητικές γαργάρες έτσι ώστε να είναι σενιαρισμένος ακουστικά.

Λείπει ο άντρας. Όπως στο λέω. Λείπει ο αρσενικός. Γι’ αυτό φθάσατε στην σφαίρα της μαλακίας. Της σαχλαμάρας. Είναι φοβερό αυτό που συμβαίνει σήμερα. Ο σοβαρός δεν μπορεί να διαβάσει ευθυμογράφημα. Κάποιο χρονογράφημα. Διότι έχει επικρατήσει η σούπερ σάχλα. Η απόλυτη μαλακία. Το μηδέν. Το τίποτα. Το κενό. Που είναι ο Τσιφόρος; Ο Ψαθάς; Ο Σακελλάριος. Αυτοί οι γίγαντες κι όχι μόνον αυτοί οι τρεις που το γράψιμο τους είναι και σήμερα ζωντανό, επίκαιρο. Διότι έχει γλαφυρότητα, αμεσότητα.

Δεν υπάρχει σήμερα το μεγάλο θέατρο, το μεγάλο σινεμά, το μεγάλο μυθιστόρημα, η μεγάλη δημοσιογραφία, η μεγάλη μουσική. Γιατί; Λείπει ο άντρας. Και δεν μιλάω μόνον σωματικά. Δεν γράφουν σήμερα οι άνδρες αντρικά. Δεν παίζουν, δεν παλεύουν αντρικά. Και πέθανε το γνήσιο, το αρσενικό, και σας έπνιξε το δήθεν, και το δήθεν λειτουργεί ανάλαφρο και δροσερό, διότι δεν παίζει η καύλα για δουλειά, η καύλα για δημιουργία. Λείπει η ορμή, το γενετήσιο ένστικτο, η δύναμη, ρε παιδί μου.

Έχει γίνει δουλειά για να σε φθάσουμε μέχρι εδώ. Το πλύσιμο εγκεφάλου. Δεν στην έπεσε στο ξαφνικό και από το τίποτα η εποχή του ανδρόγυνου, του ερμαφρόδιτου, έτσι ώστε σήμερα να μην προκαλεί όταν αδελφίζει το κάθε μουνί. Φοβερό συνδικάτο το αδελφάτο δουλεύει προς μία κατεύθυνση με πυξίδα, στόχο, σκοπό να επιβάλλει τον κόσμο του. Την ιδιαιτερότητά του, τον τρόπο της δικής του ζωής. Και θα πρέπει να συμφωνήσουμε όλοι ότι το αδελφάτο έχει αυτό το δικαίωμα από τη φύση. Αυτός είναι ο νόμος της φύσης. Κυριαρχεί ο ισχυρώτερος, ο νόμος του πιο δυνατού. Και το αδελφάτο σήμερα είναι ισχυρώτερο.

Όλα τα ζώα μεταλλάσσονται. Το ίδιο και ο άνθρωπος. Ατελείωτα πράγματα θα μπορούσαμε να πούμε εδώ. Γίνονται κοσμικές αλλαγές. Καταργείται η οικογένεια. Διαλύεται αυτή η ιστορία που λέγεται οικογένεια και μπαίνει στο παιχνίδι η ιστορία συμβίωση. Κι όχι μόνο για δύο μόνον άτομα. Συμβίωση και με περισσότερους. Τέλος πάντων, με την διάλυση της οικογένειας, με την υπονόμευση της οικογένειας κτυπιέται η πόλη, μετά το έθνος. Κτυπιέται και η παράδοση. Θα ντρέπεσαι για το Χθες. Θα ονομάζεται ηλιθιότητα κάθε πράξη ηρωισμού. Μαλακία θα θεωρείται κάθε πράξη αυτοθυσίας. Μπήκες στην λογική της αδελφής. Η αδελφή δεν θέλει σύγκρουση, θέλει πουστιά. Ακόμα χειρώτερο. Θέλει σύγκρουση με πονηριά, με υπουλία. Άλλου είδους αναμέτρηση, δηλαδή. Ποτέ ο πούστης δεν θα πει στον πούστη Έλα έξω να καθαρίσουμε. Θα το τελειώσει αλλοιώς το πράμα.

Τελειώνει η έννοια παιδεία. Και αρχίζει η έννοια εκπαίδευση. Τεράστια η διαφορά. Η μία, η παιδεία έχει ανοικτό ορίζοντα και δομή και νόμους. Η άλλη, η εκπαίδευση είναι κλειστό συρτάρι κι έχει μόνον ανοχή. Στα πάντα. Ο πιο φρικαλέος, ο πιο αποτρόπαιος, ο πιο άρρωστος θεωρείται ανεκτός, συζητήσιμος, μπορεί να υπάρξει. Εκεί φθάσατε. Η εκτροπή μόνιμος τρόπος ζωής. Και η εντροπία αντικαθιστά κάθε αρμονική σχέση. Για ήθος βέβαια ούτε κουβέντα. Κι έτσι γεννιέται και παράγεται η χειρώτερη μορφή φασισμού. Γιατί; Διότι στην περιοχή του Δήθεν όλα επιτρέπονται. Κι όταν πια οι ανθρώπινες σχέσεις μπαίνουν στο δωμάτιο του ανελέητου, τότε απ’ εκεί και πέρα δεν έχεις να κάνεις με σχέση. Έχεις να κάνεις με σκλαβιά. Ατελείωτη σκλαβιά. Και είναι απέραντα δυστυχισμένοι οι ίδιοι οι ερμαφρόδιτοι. Διότι μέχρι πρόσφατα κουβαλούσαν με σεμνότητα την ιδιαιτερότητά τους, δεν την εξέθεταν όπως σήμερα. Τώρα την ιδιαιτερότητά τους την ξεβρακώνουν, αρνούνται να την διαχειριστούν.

Και άντρας είναι και γυναίκα. Ούτε, όμως, είναι άντρας, ούτε γυναίκα. Άρα ο πούστης, ο ερμαφρόδιτος δεν είναι τίποτα. Είναι δήθεν άντρας και δήθεν γυναίκα. Ποιες οι παρενέργειες αυτής της επικράτησης του ανδρόγυνου; Μας πήρε και μας σήκωσε το καθαρό αεράκι και από το ντημπαίητ της μαλακίας μας έβγαλε στο νησί του αδελφάτου, στο πέλαγος του συνδικάτου.

ΔΗΜΟΣΙΕΥΤΗΚΕ Μάρτιο 2004


Διαβάστε ακόμα:

ΗΤΑΝ ΚΑΙ Ο... ΙΟΥΝΗΣ ΤΟΥ 1968