Ο ΤΣΙΠΡΑΣ ΘΕΛΕΙ ΝΑ ΓΙΝΕΙ Ο ΟΜΠΑΜΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ

 

Γράφει ο Ισαάκ Διαμαντίδης

Απορία ψάλτου βηξ. Και ...απορία κυβέρνησης οδηγεί σε αναθεώρηση του Συντάγματος. Σχεδόν όλες οι κυβερνήσεις που τα έκαναν θάλασσα, το γύρισαν στις θεσμικές αλλαγές, τουτέστιν πέταξαν τη μπάλα στην εξέδρα. Έτσι για να χουμε τα λέμε.

Επειδή, όμως έχουμε να κάνουμε με την πρώτη κυβέρνηση της αριστεράς δεν μπορεί να είμαστε ευχαριστημένοι με μία απλή αναθεώρηση του Συντάγματος. Ο ΣΥΡΙΖΑ σχεδιάζει να αλλάξει το πολίτευμα. Ναι, ναι, - σωστά διαβάσατε- να αλλάξει το πολίτευμα, μετατρέποντας το από προεδρευομένη δημοκρατία σε προεδρική.

Αν δεν πρόκειται για μία ακόμη μπαρούφα ολκής, το σχέδιο ίσως να κρύβει τις απώτερες φιλοδοξίες του Αλέξη Τσίπρα να γίνει ανώτατος άρχων. Σύμφωνα με τις πρώτες συζητήσεις στο μέγαρο Μαξίμου, ο πρόεδρος θα εκλέγεται απ ευθείας από το λαό, θα έχει ενισχυμένες αρμοδιότητες και θα διορίζει αυτός τον πρωθυπουργό και την κυβέρνηση.

Όλα αυτά τα επαναστατικά θα δρομολογηθούν όχι από μία αναθεωρητική Βουλή αλλά από μία συντακτική Βουλή.

Τις διαφορές ανάμεσα στα δύο νομοθετικά σώματα επισήμανε με άρθρο του στην Αυγή ο Γιώργος Κατρούγκαλος, από τους βασικούς συνομιλητές του πρωθυπουργού για το περιεχόμενο των θεσμικών αλλαγών που προωθούνται.

Η αναθεωρητική βουλή, γράφει ο υπουργός, είναι υποχρεωμένη να σεβαστεί τη διαδικασία αναθεώρησης που προβλέπει το ισχύον σύνταγμα. Αυτό συμβαίνει διότι στη «συντεταγμένη» πολιτεία, όλες οι εξουσίες (άρα και η αναθεώρηση) «ασκούνται όπως ορίζει το σύνταγμα». Αντιθέτως, στη συντακτική βουλή ο λαός ξαναγίνεται κυρίαρχος και θέτει εξαρχής νέο σύνταγμα, χωρίς καμιά νομική δέσμευση. Προφανώς αυτό συνιστά εξαιρετικό ιστορικό γεγονός που συμβαίνει μετά από μείζονες πολιτικές κρίσεις, συνήθως -αλλά όχι αναγκαστικά- μετά από επαναστάσεις ή πολέμους. Η δε δημοκρατική νομιμοποίηση του εγχειρήματος ολοκληρώνεται τις περισσότερες φορές με την αποδοχή του νέου συντάγματος με δημοψήφισμα.

Και στη συνέχεια.

Σε συνθήκες βαθιάς κρίσης όπως η σημερινή το πώς θα χαρακτηριστεί η επόμενη βουλή ένα κυρίως πράγμα σηματοδοτεί: τι χαρακτήρα θα έχει η έξοδος από την κρίση. Θα πρόκειται για τομή ή για συνέχεια; Το δίλημμα «αναθεωρητική ή συντακτική», για παράδειγμα, το είχε αντιμετωπίσει ο Ελευθέριος Βενιζέλος το 1910. Ελπίζοντας ότι θα κατευνάσει το παλάτι, επέλεξε την αναθεωρητική, χωρίς να αποφύγει όμως έτσι τον εθνικό διχασμό. Αντιστρόφως, το 1975 η τότε βουλή θέσπισε ένα εντελώς νέο σύνταγμα σε σχέση με αυτό του 1952 και ήταν, συνεπώς, συντακτική. Βαφτίστηκε, παρ' όλα αυτά, Δ' αναθεωρητική από τον Κ. Καραμανλή, ώστε να θεωρηθεί η τρίτη ελληνική δημοκρατία ως απλή προέκταση του προδικτατορικού πολιτικού συστήματος, ενόψει και της διάχυτης -και τότε!- προοπτικής ενός ριζοσπαστικού αναπροσανατολισμού της.

Το σχέδιο των αλλαγών περιλαμβάνει και τροποποίηση του εκλογικού νόμου επί το αναλογικότερον, καθώς και δραστική μείωση του μπόνους των 50 εδρών που δίνει ο ισχύων εκλογικός νόμος.

Διαβάστε ακόμα:

Πικρό καρότο για τους λαγούς των μνημονίων